Τρίτη 3 Φεβρουαρίου 2015

Αντίο γεφύρι μου

Αντίο γεφύρι μου

Παναγιώτης Θεοδώρου |
  
Αντίο γεφύρι μου
Πηγή φωτογραφίας pramanta.gr

Διαδώστε αυτό το άρθρο


Είχα τρελαθεί, θα πηγαίναμε εκδρομή! Ήρθε το λεωφορείο του ΚΤΕΛ, μας πήρε και φύγαμε για Πλάκα. Θα πηγαίναμε στο γεφύρι!

Παιδάκια, ακούσαμε γεφύρι και όταν φτάσαμε είδαμε εκείνη τη σιδερένια κατασκευή του στρατού και μείναμε να χαζεύουμε...
Πω, πω! Τι ωραίο γεφύρι!
Σκεφτείτε την έκπληξή μας όταν η κυρία Αθηνά, η δασκάλα μας, μας είπε να μπούμε στη γραμμή για να πάμε να δούμε το γεφύρι!
Ποιο γεφύρι, αφού εδώ ήταν, μπροστά μας!
Όχι, μας είπε η κυρία, θα πηγαίναμε στο παλιό γεφύρι...
Ναι, καλά, ερείπια,είπα μέσα μου, καλύτερα να μέναμε εκεί να χαζέψουμε το λεωφορείο που ήταν μεγάλο και καινούργιο.
Τότε ήταν που ακούσαμε το διευθυντή να φωνάζει τα πρωτάκια να μπουν σε μια σειρά και να μην καθυστερούν τους μεγάλους.
Σκοτώθηκα να πάω πρώτο στη γραμμή, βλέπετε ο διευθυντής ήταν ο μπαμπάς μου.
Έβαλα την ουρά στα σκέλια και πήρα το βήμα, ένα δύο, εν δυο...
Και ξαφνικά έμεινα κάγκελο.
Ο δρόμος τέλος, άρχιζε ένα λασπωμένο μονοπάτι και εγώ φορούσα τα καλά μου παπούτσια.
Εκείνη η μάνα μου, μην πάμε σε ξένο χωριό και κακοχαρακτηρίσουν το δάσκαλο απ' τα ρούχα του παιδιού του. Κουφέτο με είχε ντύσει και 'γω έπρεπε να πάω στις λάσπες.
Ανάθεμα το γεφύρι μου!
“Ελάτε, όλοι εδώ στο τελωνείο”!
Τι είναι τελωνείο και γιατί έχει εδώ τελωνείο, εμείς για το γεφύρι ήρθαμε!
“Εδώ” άρχισε η κυρία Αθηνά “ήταν τα σύνορα της Ελλάδας με την Τουρκία. Για να περάσει ο κόσμος από την Πλάκα προς Μονολίθι, Πλατανούσα και τα δικά μας χωριά έπρεπε να περάσει από το τελωνείο, να δείξει τα χαρτιά του”.
Ψαρώσαμε! Ωραία ιστορία.
“Μετά περνούσαν το γεφύρι” είπε η κυρία και μας έκανε νόημα “αυτό το γεφύρι, το μεγαλύτερο γεφύρι σε όλα τα Βαλκάνια με μια μόνο καμάρα”
Αμάν! Τι λέει;
“Ήταν τόσο γερά φτιαγμένο που ακόμα και μια βόμβα από γερμανικό αεροπλάνο δεν κατάφερε να το ρίξει, ούτε οι Γερμανοί κατάφεραν να το καταστρέψουν αργότερα στην υποχώρηση όταν έβαλαν εκρηκτικά”...
“Πριν” είπε ο μπαμπάς μου “είχε γίνει κάτι άλλο, πιο σημαντικό εδώ. Οι αντάρτες του ΕΑΜ και του ΕΔΕΣ είχαν κάνει συμφωνία” και μετά είπε κάτι που έκανα χρόνια να το καταλάβω “Γιατί αυτό κάνουν τα γεφύρια, ενώνουν. Ετούτο ένωνε τα δικά μας τα χωριά με την Άγναντα και την Πράμαντα, ένωσε και τους Έλληνες στην αντίσταση. Τα γεφύρια είναι ζωή. Ανοίγουν δρόμο εκεί που δεν υπάρχει, καλυτερεύουν τις συνθήκες για όλους, από 'δω περνούσαν οι αγωγιάτες, όπως ο πατέρας μου (καλά ήταν ο παππούς αγωγιάτης;), από δω περνούσαν για να πάνε στο γιατρό στα Γιάννενα, από δω περνούσαν οι νύφες και οι γαμπροί για να ξεκινήσουν μια νέα ζωή, χωρίς γεφύρι όλα αυτά δεν θα μπορούσαν να γίνουν...”
Και μετά με ένα νόημα έδωσε το σήμα για να ανέβουμε!
Πω, πω ύψος!
...
Πόσες φορές από τότε δεν το είπα, πόσες φορές δεν θυμήθηκα εκείνο το μάθημα, πόσες φορές πέρασα απ' τη σιδερένια γέφυρα του στρατού χωρίς καν να την κοιτάξω, πόσες φορές δεν θαύμασα το γίγαντα που έστεκε έτσι πάνω απ' τον Άραχθο αψηφώντας τη βαρύτητα.
Καθόμουν κάτω, μακρυά, εκατοντάδες μέτρα και πάλι μεγάλο φάνταζε. Σπάνια έφευγα έστω με μια πέστροφα, αλλά ήταν κάτι σαν προσκύνημα το ψάρεμα σ' εκείνον τον τόπο.
Το έβλεπες και έλεγες ναι αυτή είναι η Ήπειρος, γκρίζα σαν την πέτρα της, αλλά με δυνατούς ανθρώπους, πελεκημένους απ' τις κακουχίες, τόσο ώστε να στέκουν ο ένας πλάι στον άλλο και όλοι μαζί δρομολογημένοι να φτιάχνουν γεφύρια στέρεα, να προχωρούν μπροστά...

Είμαστε άνθρωποι μουντοί καμιά φορά, αλλά και το γεφύρι μου έτσι γκρίζο όπως έστεκε ήταν τόσο ίδιο με τον τόπο μας, σαν συνέχεια του τοπίου των Τζουμέρκων.
Και ήταν το ίδιο μια συνέχεια της ζωής μου, πάντα θυμόμουν εκείνη την πρώτη εκδρομή, θυμόμουν ότι εκεί πάνω είχε αφήσει το χνάρι του ο παππούς μου, θυμόμουν ότι εκεί πήρα ένα απ' τα πολλά μαθήματα απ' τον πατέρα μου, θυμόμουν ότι εκεί ήμουν μικρός και άγγιξα τα σύννεφα...
Η είδηση ότι το γεφύρι έπεσε ακούστηκε στ' αυτιά μου σαν ο χαμός ενός δικού μου ανθρώπου. Ένιωσα πως έπεσε η γέφυρα με το παρελθόν μου, οι μνήμες μου, ο τόπος του μνημόσυνου στον παππού και τον πατέρα μου.

Αντίο γεφύρι μου και για όσους άντεξαν τη φλυαρία μου ως εδώ αφιερωμένο και το παρακάτω τραγούδι, το έκλεψα απ' το youtube από τον χρήστη fisainotias και τη φωτογραφία που έβαλα τη βρήκα στο pramanta.gr, να το δείτε και 'σεις έτσι όπως του πρέπει, όρθιο.









Παναγιώτης Θεοδώρου

Ο Άγιος Δίκαιος Συμεών ο Θεοδόχος και η Αγία Άννα η Προφήτιδα (+3 Φεβρουαρίου)

Ο Άγιος Δίκαιος Συμεών ο Θεοδόχος και η Αγία Άννα η Προφήτιδα (+3 Φεβρουαρίου)

 
«Ο άγιος Συμεών, που η ζωή του παρατάθηκε στον παρόντα βίο λόγω του χρησμού που είχε δεχθεί από το Άγιο Πνεύμα ότι δεν θα πεθάνει πριν δει τον Χριστό, υποδέχτηκε στην αγκαλιά του Αυτόν... και αφού του αποκαλύφθηκαν από το Πνεύμα το Άγιο όλα όσα θα γίνουν γι’ Αυτόν και τα προφήτεψε σύμφωνα με τον χρησμό που του δόθηκε, δέχτηκε το τέλος της ζωής.
Η δε προφήτις Άννα ήταν θυγατέρα του Φανουήλ, ο οποίος καταγόταν από τη φυλή Ασήρ. Έζησε με τον άνδρα της επί επτά χρόνια, κι αφού τον έχασε λόγω θανάτου του, ζούσε διαρκώς στον Ναό με νηστεία και προσευχή, περνώντας εκεί όλη τη ζωή της. Γι’ αυτό, επειδή αυτός ήταν ο τρόπος της ζωής της αδιάκοπα, αξιώθηκε και αυτή να δει τον Κύριο να προσφέρεται ως άνθρωπος στον Ναό, σαράντα ημερών, από την Παναγία Μητέρα Του και τον δίκαιο Ιωσήφ. Δοξολογούσε δε τον Θεό και τον κήρυσσε με δύναμη σε όλους όσους βρίσκονταν στον Ναό, λέγοντας: Αυτό το βρέφος είναι ο Κύριος που στερέωσε τον ουρανό και τη γη. Αυτός είναι ο Χριστός, τον Οποίον προφήτεψαν όλοι οι προφήτες. Αυτών των αγίων λοιπόν, του Συμεών και της Άννας, επιτελούμε σήμερα τη μνήμη και κηρύσσουμε τη φρικτή και άρρητη προς εμάς συγκατάβαση του Θεού».

 
Όπως συμβαίνει σε αντίστοιχες περιπτώσεις: η επομένη μίας μεγάλης Δεσποτικής εορτής να είναι αφιερωμένη στα πρόσωπα που πρωταγωνίστησαν σ’ αυτήν, η σημερινή εορτή, συνέχεια της Υπαπαντής του Κυρίου, είναι αφιερωμένη στο κατεξοχήν πρόσωπο που πρωταγωνίστησε, τον δίκαιο Συμεών τον θεοδόχο, κατ’ επέκταση δε και στην Άννα την προφήτιδα. Κι ενώ η ίδια η ημέρα της Υπαπαντής κινήθηκε, καθώς είπαμε, μέσα σε ατμόσφαιρα θάμβους και μυστηρίου, διότι ο παντοδύναμος και παντοκράτωρ Κύριος προσφέρθηκε ως βρέφος στον Ναό, κρατούμενος από τις γηραλέες χείρες του Συμεών, η σημερινή, ως προέκτασή της, χωρίς να αφίσταται του μυστηρίου αυτού επικεντρώνει και στις προϋποθέσεις του πρεσβύτη Συμεών, προκειμένου αυτός να γίνει μέτοχος της δωρεάς του Θεού, της χάρης Του δηλαδή να κρατηθεί στα δικά του χέρια. Διότι η όποια δωρεά του Θεού στον άνθρωπο δεν είναι χωρίς προϋποθέσεις. Αν ο άνθρωπος δεν είναι έτοιμος να δεχτεί τον Θεό, ο Θεός δεν προσφέρεται σ’ αυτόν. Όχι γιατί δεν θέλει ο Θεός – η χαρά του Θεού είναι να είναι πάντοτε με τον άνθρωπο – αλλά γιατί δεν θα ήταν τούτο συμφέρον στον άνθρωπο. Ο άνθρωπος σε κατάσταση μη συντονισμού του με τον Θεό – αυτό σημαίνει προϋποθέσεις του ανθρώπου – «καίγεται» από την θέα του Θεού. «Ου μη ίδη άνθρωπος το πρόσωπον του Θεού και ζήσεται».


 Ο γέρων Συμεών λοιπόν πριν δει τον Χριστό και τον αγκαλιάσει, ήδη είχε καταστήσει τον εαυτό του άξιο για κάτι τέτοιο. Η υμνολογία της Εκκλησίας μας, ακολουθώντας ακριβώς την ευαγγελική διήγηση, που τονίζει τη δικαιοσύνη του Συμεών και την πνευματοφορία του («Πνεύμα άγιον ην επ’ αυτώ»), επανειλημμένως αναφέρεται στον αγιασμένο τρόπο ζωής του, καθ’ όλη τη διάρκεια αυτής. Εντελώς δειγματοληπτικά: «Υψωθείς ταις πράξεσι ταις ιεραίς, θεηγόρε, φωτοειδής ως στύλος επερειδόμενος σαφώς, τω Παναγίω Πνεύματι γεγένησαι» (Έφτασες με τις ιερές πράξεις της ζωής σου σε πνευματικό ύψος, θεηγόρε, κι έγινες σαν φωτεινός στύλος, γιατί στηριζόσουν σαφώς στο Πανάγιο Πνεύμα)«Νοός καθαρότητι Θεώ τω παντοκράτορι, άγγελος καθάπερ λειτουργήσας, Μάκαρ» (Μακάριε Συμεών, σαν άγγελος λειτούργησες στον παντοκράτορα Θεό, με την καθαρότητα του νου σου)«Σαυτόν απετέλεσας ναόν Θεού πανάγιον, πράξεσιν ενθέοις, Θεηγόρε όθεν ως βρέφος εν τω αγίω ναώ έβλεψας Θεόν μετά σαρκός» (Έκανες τον εαυτό σου πανάγιο ναό του Θεού, με τις ένθεες πράξεις σου, θεηγόρε. Γι’ αυτό και είδες τον Θεό με ανθρώπινη σάρκα ως βρέφος μέσα στον άγιο Ναό). Κάθαρση του νου, πρακτική ζωή σύμφωνα με τις εντολές του Θεού: να οι προϋποθέσεις που μας δείχνει ο άγιος Συμεών, για να μπορεί κανείς να γίνει θεόπτης, να έχει εν αγκάλαις και μέσα του τον ίδιο τον Θεό.


Το πνευματικό αυτό ύψος του αγίου Συμεών, η σύμφωνη με τον Θεό ζωή του και η καθαρότητα της ψυχής του, που τον κατέστησαν ναό του Θεού και θεόπτη, κάνει τον άγιο Ιωσήφ τον υμνογράφο να βγάλει το λογικό συμπέρασμα ότι με τις προϋποθέσεις αυτές μπορεί μεν ο Συμεών να είναι γέρων στην ηλικία, είναι όμως νέος στο πνεύμα. Διότι αυτό προκαλεί στο πνεύμα του ανθρώπου η παρουσία της χάρης του Θεού: να το κρατά πάντοτε σε νεανική σφριγηλότητα. Όταν δηλαδή ο άνθρωπος ζει την παρουσία του Θεού, τότε δεν μαραζώνει από το δηλητήριο της αμαρτίας. Η αμαρτία είναι αυτή που γερνά τον άνθρωπο, γιατί τον πληγώνει και τον τραυματίζει, οδηγώντας τον σιγά σιγά στον πνευματικό θάνατο. Κι αυτό σημαίνει ότι, κατά την πίστη μας, η νεότητα είναι πρωτίστως θέμα «καρδιάς», θέμα του εσωτερικού κόσμου του ανθρώπου, κι όχι θέμα απλώς ηλικιακό. Πόσες φορές δεν βλέπουμε και σήμερα νέα παιδιά να είναι με μαραμένη και γερασμένη «καρδιά», διότι έχουν εκδοθεί στις διάφορες αμαρτίες αμετανόητα, και γέρους ανθρώπους να σφύζουν από χαρά και διάθεση, γιατί ακριβώς αγωνίζονται να μένουν εν Θεώ. Κι είναι κάτι που το επεσήμαινε  με πίκρα και στενοχώρια και ο αγιασμένος γέρων Παΐσιος ο αγιορείτης, μιλώντας ακριβώς για τέτοια νέα παιδιά: «Καινούργιες μηχανές, με παγωμένα λάδια».  Ο υμνογράφος λοιπόν αναφερόμενος στην παραπάνω πραγματικότητα μας λέει: «Νεάζων τω πνεύματι, προβεβηκώς δε τω σώματι, Συμεών» (Με νεανική ακμή στο πνεύμα, αλλά προχωρημένης ηλικίας στο σώμα, Συμεών). Κι αλλού: «Υπερήκμασας τω γήρα, τη δε πίστει ενέαζες, νέον βρέφος θέλων βλέψαι, Συμεών, τον παντέλειον, ανακαινίζοντα κόσμον τον γηράσαντα επιθέσει του παλαιού πολεμήτορος» (Γέρασες πολύ, Συμεών, αλλά ήσουν νέος με την πίστη σου, θέλοντας να δεις σαν μικρό βρέφος τον παντέλειο Θεό, ο Οποίος κάνει καινούργιο τον κόσμο που γέρασε από την επίθεση του παλαιού εχθρού διαβόλου).


Μία τέτοια θέαση των πραγμάτων μας οδηγεί και στη σκέψη, μήπως θα έπρεπε η σημερινή εορτή να προταθεί, αν δεν έχει γίνει ήδη, ως εορτή της τρίτης ή και της τέταρτης, όπως πια λένε, ηλικίας. Με σκοπό να προβληθεί η αξία και η προσφορά της, πέρα από την διαπιστούμενη απλώς κάμψη των σωματικών δυνάμεων. Και το λέμε αυτό, διότι συνήθως από πολλούς η γεροντική ηλικία θεωρείται αν όχι «αρρώστια» από μόνη της – και έτσι τη χαρακτηρίζουν ορισμένοι – πάντως μία ηλικία εν πολλοίς άχρηστη, που και βλεπομένη προκαλεί βάρος. Με τη συνάντηση του γέροντα Συμεών και του Ιησού Χριστού όμως, όπως και με την παρουσία της αγίας Άννας, τα πράγματα τοποθετούνται εντελώς διαφορετικά. Τα γεροντικά χέρια γίνονται θρόνος του Θεού, το στόμα γίνεται προφητικό κήρυγμα, ο ίδιος ο Συμεών  γίνεται ο προάγγελος του Κυρίου και σ’ αυτόν τον Άδη. Το ίδιο και η γερόντισσα Άννα. Ποιος δεν θα ζήλευε τους γέροντες αυτές; Ποιος δεν θα ήθελε να είναι στη θέση τους; Κι ας σκεφτεί κανείς έπειτα πόσοι άγιοι γέροντες, άνδρες και γυναίκες, δεν ήταν το στήριγμα της Εκκλησίας και του κόσμου, όσο ζούσαν; Ποιος μπορεί να αμφισβητήσει τη δύναμη αγιότητας του αγίου Αντωνίου, που έφυγε από τη ζωή αυτή σε ηλικία 105 ετών; Ποιος μπορεί να καταφρονήσει την αγιότητα του οσίου Παύλου του Θηβαίου, που μέχρι τα 113 έτη του ήταν αστέρας της Εκκλησίας; Αλλά και μετέπειτα: ο γέρων Πορφύριος, ο γέρων Σωφρόνιος, ο γέρων Παϊσιος, ο γέρων Ιάκωβος; Γέροντες, προχωρημένης ηλικίας, κι όμως τόσο νέοι, τόσο ακμαίοι στην ψυχή, που θα τους ζήλευε και ο πιο νέος άνθρωπος.

Κι εν προκειμένω, ο άγιος Ιωσήφ, ακριβώς προς επιβεβαίωση του νεανικού φρονήματος του δικαίου Συμεών, μας λέει κάτι που αποτελεί καταδίκη της μιζέριας άλλων γερόντων, που πάσχουν όμως και από γεροντική «καρδιά», από μαρασμό δηλαδή γιατί δεν βλέπουν συνέχεια σ’ αυτήν τη ζωή, από διαρκή ανακύκλωση των αρρωστιών και των πόνων τους, από τη βαθιά επιθυμία τους να «παγιδεύουν» τους άλλους παίζοντας το παιχνίδι του θύματος. Τι λέει ο υμνογράφος; Ο γέρων Συμεών, λέει, έδινε παρηγοριά, προσανατόλιζε τους άλλους στην υπέρβαση της θλίψης τους, τους μιλούσε για τη χαρά που έφερε ο Χριστός, έβλεπε και το δικό του τέλος ως χαρά. Ένα άνοιγμα στο μέλλον, παρήγορο και λυτρωτικό, ήταν ο λόγος του αγίου Γέροντα, κι αυτό έδειχνε το υπέρ και τους προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης νεάζον φρόνημά του. «Η χαρά των θλιβομένων επεδήμησε, η απολύτρωσις του Ισραήλ αληθώς ωράθη ως νήπιον εν τω ναώ αυτού, απολύων με προς την ζωήν την μέλλουσαν, Συμεών εβόα χαίρων» (Έφτασε στον κόσμο η χαρά των θλιβομένων, αληθινά φάνηκε σαν νήπιο στον Ναό Του η απολύτρωση του Ισραήλ, που με αφήνει να φύγω και να πάω προς τη μέλλουσα ζωή, φώναζε με χαρά ο Συμεών).