Πέμπτη 26 Ιανουαρίου 2012

Σας ευχαριστώ κ. Χριστιανόπουλε.

 
xristianopoulos

Σας ευχαριστώ κ. Χριστιανόπουλε.

Ανεξάρτητος, διαφορετικός, αυθάδης, σταθερός, αντισυμβατικός, μόνος απέναντι σε όλους τους συντεταγμένους με τα πρέπει. Με έναν τρόπο ζωής ιδιαίτερο και με τα κότσια να ζήσει βροντερά, τη ζωή αυτή, στο στενό πλαίσιο μιας πόλης μεγάλης -επειδή την λάτρεψε-, αλλά και τόσο μικρής που απομυθοποιεί εύκολα.
Μόνος απέναντι σε μυαλά κλειστά, συμβιβασμένα και υποκριτικά. Να «φωνάζει» με τον τρόπο του χρόνια τώρα.
«Είμαι απαρηγόρητος. Τίποτα δεν σώζει την Ελλάδα. Τίποτα». Είπε, φώναξε και -τι κρίμα, τι άδικο- κάποιοι έμειναν να σχολιάζουν τον τόνο της φωνής. Το ιδιαίτερο του λόγου του.
Ο Ντίνος Χριστιανόπουλος ήταν εκεί, δίπλα μου, στο παραθύρι. Αφορμή για την πρόσκληση, η άρνησή του να παραλάβει το μεγάλο βραβείο του Υπουργείου Πολιτισμού, για το σύνολο του έργου του.
«Εγώ είμαι συνεπής, εσείς δεν είστε ενήμερη» με μάλωσε θυμωμένος που δεν θεώρησα απολύτως φυσιολογική τη στάση του. Και είχε δίκιο. Του έκανα μια ερώτηση την οποία είχε απαντήσει με ένα από τα καλύτερα συγγράμματά του κοντά 35 χρόνια πριν. Το «Είμαι εναντίον» ήταν η διακήρυξη ζωής του. Οι αρχές στις οποίες έμεινε πιστός σε όλη του τη ζωή. 35 χρόνια μετά παραμένει το ίδιο «εναντίον». Δεν εξαγοράζει, δεν εξαρτάται, δεν εξαργυρώνει, δεν «ξεπουλιέται», δεν προωθεί και δεν προωθείται. Αντιδρά με πράξεις και με συνέπεια.
Αυτός ο άνθρωπος λοιπόν, σήμερα, εξέφρασε την απελπισία του ότι η χώρα αυτή δεν σώζεται. Γιατί χάσαμε τον στόχο. Γιατί δεν μείναμε «εναντίον». Εμείς, οι άλλοι, οι πριν και οι μετά. Οι περισσότεροι.
Και μεις, οι περισσότεροι, τον ξαναχάσαμε τον στόχο! Μείναμε στην εύκολη προσέγγιση. Μας έκαψε ο λόγος του. Μας έτσουξε. Ποιος είναι αυτός που μιλάει έτσι; Που δεν διαβάζει εφημερίδες και δεν ξερει ποιος είναι ο πρωθυπουργός. Που δεν «υποκλίνεται» μπροστά στην τηλεοπτική κάμερα; Ποιος είναι αυτός που αγνοεί και περιφρονεί όχι μόνο δημοσιογράφους, αλλά και καταξιωμένους συναδέλφους του. Ποιος είναι αυτός που τολμά να μιλά έτσι σε μια κυρία στην τελική; Ε; Πάει τα έχασε!
Είναι ο Ντίνος Χριστιανόπουλος και τα έχει τετρακόσια. Είναι ένας από τους τελευταίους μεγάλους. Ένας από τους τελευταίους σημαντικούς. Που τόσο λίγους έχει πια αυτή η χώρα, για να του ξαναπροτείνουν το μεγάλο βραβείο των γραμμάτων. (Μα καλά εκεί στο Υπουργείο πολιτισμού τόσο πολιτισμός πια! Δεν ξέρανε τι εστί Χριστιανόπουλος δεν ρώταγαν; Δεν έψαχναν στο google βρε αδελφέ, για να μην φανεί η μιζέρια μας η εθνική και η πνευματική μας φτώχεια;)
Είναι ο Ντίνος Χριστιανόπουλος που του έκοψαν τη σύνταξη και έσφιξε το ζωνάρι αλλά ζει μια χαρά και σήμερα. Γιατί δεν την καταπίνει αμάσητη την «τροφή». Αντιθέτως την φτύνει στα μούτρα αυτών που ΔΕΝ είναι «εναντίον».
«Είμαι απαρηγόρητος. Τίποτα δεν σώζει την Ελλάδα. Τίποτα». αυτό φώναξε σήμερα με τον δικό του τρόπο. Το ακούσατε;

Σας ευχαριστώ κ. Χριστιανόπουλε, που μας αποδείξατε ότι υπάρχουν ακόμα φρέσκοι άνθρωποι, με ισχυρό σύστημα αξιών! Ότι δηλαδή, υπάρχει ελπίδα.




Κάντε μου την χάρη. Δείτε ολόκληρη την συνέντευξη του Ντίνου Χριστιανόπουλου, στο ΣΚΑΙ player, (στην αρχή του Β μέρους της εκπομπής Σκάι τώρα).
Και μετά διαβάστε το «Είμαι εναντίον». Ή ξαναδιαβάστε το αν το ξέρετε.
Ρίχτε και μια ματιά στο «Ενός λεπτού σιγή» που του έχω αδυναμία.



  • Είμαι εναντίον της κάθε τιμητικής διάκρισης, απ΄ όπου και αν προέρχεται. Δεν υπάρχει πιο χυδαία φιλοδοξία, απ' το να θέλουμε να ξεχωρίζουμε. Αυτό το απαίσιο «υπείροχον έμμεναι άλλων», που μας άφησαν οι αρχαίοι.
  • Είμαι εναντίον των βραβείων, γιατί μειώνουν την αξιοπρέπεια του ανθρώπου. Βραβεύω σημαίνει αναγνωρίζω την αξία κάποιου κατώτερου μου -και κάποτε θα πρέπει να απαλλαγούμε από την συγκατάβαση των μεγάλων. Παίρνω βραβείο σημαίνει παραδέχομαι πνευματικά αφεντικά -και κάποτε θα πρέπει να διώξουμε τα αφεντικά από τη ζωή μας.
  • Είμαι εναντίον των χρηματικών επιχορηγήσεων. Σιχαίνομαι τους φτωχοπρόδρομους που απλώνουν το χέρι τους για παραδάκι. Οι χορηγίες μεγαλώνουν την μανία μας για διακρίσεις και τη δίψα μας για λεφτά· ξεπουλάνε την ατομική ανεξαρτησία μας.
  • Είμαι εναντίον των λογοτεχνικών συντάξεων. Προτιμώ να πεθάνω στην ψάθα, παρά να αρμέγω το υπουργείο -κι ας με άρμεξε το κράτος μια ολόκληρη ζωή. Γιατί να με ταΐζει το Δημόσιο επειδή έγραψα μερικά ποιήματα; Και γιατί να αφήσω το Κράτος να χωθεί ακόμη περισσότερο στη ζωή μου;
  • Είμαι εναντίον των σχέσεων με το κράτος και βρίσκομαι σε διαρκή αντιδικία μαζί του. Ποτέ μου δεν πάτησα σε υπουργείο και το καυχιέμαι. Η μόνη μου εξάρτηση από το κράτος είναι η εφορεία, που με γδέρνει.
  • Είμαι εναντίον των εφημερίδων. Χαντακώνουν αξίες, ανεβάζουν μηδαμινότητες, προβάλλουν ημετέρους, αποσιωπούν τους απροσκύνητους. Όλα τα μαγειρεύουν, όπως αυτές θέλουν. Δεξιές, αριστερές, κεντρώες -όλες το ίδιο σκατό.
  • Είμαι εναντίον των κλικών. Προωθούν τους δικούς τους· τους άλλους, όλους τους θάβουν. Όποιοι δεν τους παραδέχονται, καρατομούνται. Κυριαρχούν οι γλύφτηδες και οι τζουτζέδες. Δεν έχω καμμιά αμφιβολία πως το μέλλον ανήκει στα σκουπίδια.
  • Είμαι εναντίον των κουλτουριάρηδων. Όλα τ' αμφισβήτησαν, εκτός από τις τρίχες τους. Τους έχω μάθει για καλά. χαλνούν τον κόσμο με την κριτική τους. Όλους τους βγάζουν σκάρτους και πουλημένους. Και μόλις πάρουν το πτυχίο, αμέσως διορίζονται στα υπουργεία· από παντού βυζαίνουν και ο ιδεαλισμός τους ξεφουσκώνει μέσ' στα βολέματα του κατεστημένου.
  • Είμαι εναντίον κάθε ιδεολογίας, σε οποιαδήποτε απόχρωση και αν μας την πασέρνουν. Όσο πιο γοητευτικές και προοδευτικές είναι οι ιδέες, τόσο πιο τιποτένια ανθρωπάκια μπορεί να κρύβονται από πίσω τους. Όσο πιο όμορφα τα λόγια τους, τόσο πιο ύποπτα τα έργα τους. Όσο πιο υψηλοί οι στόχοι, τόσο πιο άνοστοι οι στίχοι.
  • Είμαι, προπάντων, εναντίον κάθε ατομικής φιλοδοξίας, που καθημερινά μας οδηγεί σε μικρούς και μεγάλους συμβιβασμούς. Αν σήμερα κυριαρχούν παραγοντίσκοι και τσανάκια, δεν φταίει μόνο το κωλοχανείο· φταίνε και οι δικές μας παραχωρήσεις και αδυναμίες. Αν πιάστηκε η μέση του οδοκαθαριστή, φταίμε και εμείς που πετάμε το τσιγάρο μας στον δρόμο. Κι αν η λογοτεχνία μας κατάντησε σκάρτη, μήπως δεν φταίει και η δική μας σκαρταδούρα;.

Περιοδικό «Διαγώνιος» (Τεύχος 1, Ιανουάριος-Απρίλιος, 1979)

Οι περιπέτειες ενός ανίδεου προσκυνητή


Οι περιπέτειες ενός ανίδεου προσκυνητή

  
Πρωτοδιάβασα το βιβλίο οι Περιπέτειες ενός προσκυνητού όταν ήμουν δεκαέξι, δεκαεπτά χρονών. Δεν πίστευα ποτέ πώς το διάβασμά του θα μου αποκάλυπτε έναν εσωτερικό κόσμο για τον οποίον ήμουν εντελώς ανυποψίαστος. Αμέσως με γοήτευσε ο κόσμος των ρώσων προσκυνητών που περιέτρεχαν με τα πόδια τις ατέλειωτες εκτάσεις της τσαρικής Ρωσίας, βέρτσια επί βερτσίων, με ένα δισάκι στον ώμο, μόνο και μόνο για να προσκυνήσουν θαυματουργές εικόνες, λείψανα αγίων και να γνωρίσουν πνευματικούς στάρετς. Και το σπουδαιότερο, η εσωτερική προσευχή, η αδιάλειπτη νηπτική ευχή, η φιλοκαλία, όπως περιγράφονται στις αναζητήσεις αυτού του ρώσου προσκυνητού του βιβλίου, συνάρπαζε με την ένταση, το βάθος και την ποιότητά της έναν έφηβο, όπως ήμουν τότε εγώ. Τικεκρυμμένος θησαυρός ξεπηδούσε από τις σελίδες αυτού του βιβλίου!

Υπήρχαν άραγε έλληνες γέροντες που να έχουν αναπτύξει την νηπτική ευχή και την πνευματικότητά τους σ' αυτό το επίπεδο που έγραφε το βιβλίο; Και που άραγε βρίσκονταν;

Ο πατήρ Εφραίμ δεν δέχεται επισκέψεις
Τότε καθώς άρχιζα να ταξιδεύω στον Άγιον Όρος, στα τέλη της δεκαετίας του ογδόντα, ένα όνομα άκουγα συνέχεια να επανέρχεται στις συζητήσεις των προσκυνητών, το όνομα ενός προορατικού, πνευματικού έλληνα στάρετς, του παπά Εφραίμ από τα Κατουνάκια. Αποφάσισα να πάω να τον γνωρίσω. Μην πας, μου έλεγαν, ο πατήρ Εφραίμ δεν δέχεται επισκέψεις. Είναι άρρωστος, πάνε τόσοι να τον δουν, που έχει χάσει την ησυχία του, και αναγκάστηκε να μην δέχεται πια επισκέψεις προσκυνητών στο κελλί του. Μην πας, ο πατήρ Εφραίμ δεν δέχεται επισκέψεις, έλεγαν οι προσκυνητές, μην πας, έλεγαν κι οι μοναχοί, μην πας, αντηχούσαν και τα αρχονταρίκια των μονών του Αγίου Όρους.

Το ταξίδι αρχίζει
Και που μένει ο π. Εφραίμ, ρωτούσα. Στα Κατουνάκια. Και που είναι αυτά τα Κατουνάκια, συνέχιζα. Είναι περιοχή στην έρημο του Αγίου Όρους που υπάγεται στη Μονή Μεγίστης Λαύρας και στην οποία βρίσκονται ησυχαστήρια της. Η περιοχή είναι βραχώδης και απόκρημνη και βρίσκεται μεταξύ Μικρής Αγίας Άννας, Καρουλιών και Αγίου Βασιλείου.
Έρημος; Έρημος από βράχια; Όσο άκουγα τόσο πιο πολύ ήθελα να πάω. Έτσι φορτώθηκα το μικρό μου σακίδιο, τους αποχαιρέτησα όλους και έφυγα κατά κει, μόνος. Με συνάρπασε η ιδέα να ζήσω κι εγώ περιπέτειες προσκυνητού κατά το μέτρο βέβαια του δυνατού.
Στην Αγία Άννα, μού έκαναν ένα γενικό σκαρίφημα του τόπου που βρισκόταν το κελλί του πατρός Εφραίμ, αλλά μού τόνισαν, μην πας, ο πατήρ Εφραίμ δεν δέχεται επισκέψεις, και το μονοπάτι δεν είναι καλό και μπορεί να χαθείς. Τότε δεν υπήρχαν οι σημερινές σημάνσεις των μονοπατιών και οι μοναχοί έκαναν πρόχειρα σχέδια και έδιναν οδηγίες όπως, θα βρεις δύο κυπαρίσσια, συνέχισε προς τα δεξιά, πιο κάτω το μονοπάτι χάνεται για λίγο, διασχίζει μια σάρα, περπατάς πάνω σε πέτρες, πρόσεχε γιατί οι πέτρες φεύγουν από τα πόδια σου, μετά θα δεις έναν σταυρό σιδερένιο στα δεξιά, εσύ προχώρησε προς τα αριστερά και ρώτα πιο κάτω στους Δανιηλαίους για περισσότερες λεπτομέρειες κτλ.
Το ταξίδι μου άρχισε. Ξεκίνησα πρωί, αποφασισμένος να πάω να επισκεφθώ τον πατέρα Εφραίμ, με το σκαρίφημα στο χέρι, όπου είχα γράψει και άλλες συμπληρωματικές οδηγίες.

Χάνομαι και σώζομαι
Στο ενδιάμεσο της διαδρομής χάθηκα, παρόλο που ακολουθούσα όσο γινόταν πιστά τις οδηγίες και αφού κάθε τόσο ανανέωνα την πιστότητά τους με πληροφορίες άλλων μοναχών που βρίσκονταν ενδιάμεσα και τούς επισκεπτόμουν, όπως των Δανιηλαίων.
Χάθηκα σε εκείνη την απίστευτη πέτρινη ερημιά. Ο βραχίονες του Άθωνα πέφτουν απότομα στο πέλαγος και στα ενδιάμεσα σχηματίζονται χαράδρες και σάρες με πέτρες που κατρακυλούν από ψηλά, ψηλά από τις κορυφές, και το σαθρό, εκείνο αεικίνητο σχεδόν έδαφος, με τις πέτρες που κατρακυλούν, εξαφανίζει τα ίχνη των μονοπατιών. Πιο πέρα μπλέχτηκα σε βάτα, σε θάμνους, και προσπαθώντας να καταλάβω πού υπάρχει μονοπάτι, κατέβαινα άθελά μου προς τη θάλασσα, σε έδαφος που έμοιαζε γκρεμός, τόσο ήταν κατηφορικό. Ίδρωσα, κουράστηκα, δίψασα, και άρχισα να σκέφτομαι ότι πραγματικά χάθηκα. Η ώρα περνούσε και το απόγευμα πλησίαζε. Παναγιά μου βοήθησέ με, είπα, πού' χω χαθεί εδώ στην ερημιά, βλέποντας μπροστά μου δύο τεράστιους αγκαθωτούς θάμνους να μου κλείνουν τον δρόμο. Με κόπο άνοιξα τους θάμνους, που με φιλοδώρησαν με μερικά αγκάθια, και εκεί που ανέμενα να δω μπροστά μου μία πυκνή έκταση αγκαθωτών θάμνων και βάτων που θα ήταν αδύνατον να την διασχίσω πια, πέφτω μπροστά σε δρόμο, σε μονοπάτι που ανέβαινε κάτω από τη θάλασσα, μέσα σε ανηφορική χαράδρα. Βγαίνω στο μονοπάτι, σηκώνω τα μάτια ψηλά και εκεί στα είκοσι μέτρα, βλέπω μία χαμηλή περίφραξη και μία μικρή χαμηλή πορτούλα, έναν σταυρό, και πιο πάνω, αρκετά προς τα πάνω, ένα κελλί.
Πλησιάζω στη χαμηλή πορτούλα και βλέπω μια επιγραφή με άσπρα γράμματα, καρφωμένη μπροστά στην πορτούλα που έγραφε "Αγαπητοί προσκυνητές, να μας συγχωρείτε, ο π. Εφραίμ είναι άρρωστος και δεν δέχεται επισκέπτες. Ο Θεός μαζί σας" ή κάτι παρόμοιο. Είχα λοιπόν φτάσει! Είχα σωθεί!

Θα με δεχθεί ο πατήρ Εφραίμ;
Κοιτάζω και βλέπω ένα μικρό σιδερένιο κουδουνάκι πάνω στην πόρτα. Το χτυπώ. Τίποτα. Το ξαναχτυπώ. Πάλι τίποτα. Καμιά κίνηση από το κελί. Όπως ήμουν κουρασμένος, κάθησα χάμω και περίμενα. Σηκώνομαι μετά από λίγα λεπτά. Ξαναχτυπώ το κουδουνάκι. Πάλι τίποτα. Σκεφτόμουν την αδάμαστη θέληση όλων εκείνων των αρχαίων προσκυνητών στην άνω Αίγυπτο και στη Θηβαίδα που έμεναν έξω από τα κελιά των αββάδων για δυο και τρεις μέρες περιμένοντας να τους ανοίξουν για ν' ακούσουν κάτι πνευματικό και αναθαρρούσα. Τι θα έκανα άραγε εγώ εάν δεν άνοιγε ο πατήρ Εφραίμ, αναλογιζόμουν. Πόσο άραγε θα μπορούσα να περιμένω στην κατάσταση που ήμουν; Μια μέρα; Να κοιμηθώ άραγε εδώ μπροστά σ' αυτή τη σιδερένια πορτούλα; Και που νά' χει νερό τριγύρω;
Τότε ξαφνικά άνοιξε η πόρτα του κελιού και κατηφόρισε προς το μέρος μου κάποιος σα μοναχός. Μόλις έφτασε κοντά στην εσωτερική πλευρά της εξωτερικής πορτούλας, χωρίς να με ρωτήσει τι θέλω, μου λέει:
- Ευλόγησον, με συγχωρείς πολύ, ο πατήρ Εφραίμ δεν δέχεται επισκέψεις.
- Ευλόγησον, γιατί;
- Εεε, είναι άρρωστος, το έγραψε και στην πινακίδα.
- Εις το όνομα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, αν είναι άρρωστος, αφήστε με να τον βοηθήσω!
Το είπα παρακαλετά, αλλά δεν ξέρω γιατί ή πώς μου ήρθε να το πω αυτό. Ήμουνα βλέπετε έφηβος τότε και η εφηβεία, το ξέρετε, είναι ανδρεία και τολμηρή. Αυτός με κοίταξε άναυδος, του επανέλαβα το ίδιο, και, χωρίς να μου πει τίποτα, επέστρεψε βιαστικά πίσω στο κελλί.
Μετά από λίγο ήρθε τρέχοντας πίσω. Άνοιξε την πόρτα και είπε ότι ο πατήρ Εφραίμ ήθελε να με δει. Ανέβηκα κάτι σαν αυλή και έφτασα στο σπιτάκι. Άνοιξα την πόρτα και μπήκα μέσα.
Είδα τον πατέρα Εφραίμ. Χαμογελούσε, πιστέψτε με, γελούσαν τα μάτια του. Ώστε ήρθες να με βοηθήσεις είπε. Έσκυψα να του φιλήσω το χέρι χωρίς να πω τίποτα. Κάθησε, παιδί μου, κάθησε. Με περιεργαζόταν με μάτια που γελούσαν. Αφού ήρθες να με βοηθήσεις, τότε μείνε. Αυτές τις ημέρες θα κάνουμε την κουρά του δόκιμου από εδώ, του πατρός Ιωσήφ, θα έρθουνε συγγενείς του από τον κόσμο, μείνε να μας βοηθήσεις. Αλλά ξέρεις, παιδί μου, εμείς εδώ είμαστε μοναχοί και ακολουθούμε ένα συγκεκριμένο τρόπο ζωής. Νηστεύουμε, προσευχόμαστε, υπακούμε στον γέροντα μας. Αν θα μείνεις εδώ, θα πρέπει να ακολουθείς και εσύ τον ίδιο τρόπο ζωής. Μάλιστα η μεγαλύτερη αρετή για μας είναι η υπακοή. Εγώ είμαι ο γέροντας του κελλιού αυτού. Θα μπορούσες να με υπακούς ως γέροντα, για όσο καιρό θα μείνεις εδώ; Ναι, γέροντα, απάντησα.

Η κουζίνα
Εκεί που καθόμασταν υπήρχε ένα παλιό ξύλινο τραπέζι, μερικές καρέκλες και ένας πάγκος. Απέναντι υπήρχε ένας καπνισμένος, μαύρος τοίχος και μπροστά ένας πάγκος με σκονισμένα, καπνισμένα γυάλινα μπουκάλια σε διάφορα χρώματα και μερικές ξύλινες τάβλες καρφωμένες στον τοίχο με διάφορα σκεύη. Ήταν η κουζίνα. Μαύρη και γκρίζα σκόνη παντού. Προφανώς η καύση των ξύλων για την παρασκευή φαγητού είχε καπνίσει όλο το χώρο.
Όταν καίγονταν τα ξύλα, οι ανταύγειες της φωτιάς πάνω στα καπνισμένα χρωματιστά γυάλινα μπουκάλια δημιουργούσαν την εντύπωση ενός μεσαιωνικού αλχημικού εργαστηρίου, όπου, έτσι μου φαινόταν, ο δόκιμος τότε Ιωσήφ πάλευε εκεί να μετασχηματίσει ταπεινά υλικά σε χρυσό φαγητό. Αλλά μήπως αυτό δεν ήταν το κελλί; Ένα εργαστήρι ψυχών, όπου με την βοήθεια του γέροντα αμαρτωλές, ανάξιες ψυχές, μετασχηματίζονταν σε ναούς του Αγίου Πνεύματος;

Τι τρώγαμε
Ο δόκιμος ήταν επιφορτισμένος με την παρασκευή του φαγητού. Η παρασκευή ήταν η εξής. Σε ένα φθαρμένο εμαγιέ τσουκάλι, έβραζε με ελάχιστο νερό πατάτες μαζί με τη φλούδα τους, έτσι όπως ήταν άπλυτες. Εκεί προσέθετε και ένα, δύο κρεμμύδια, μερικά σκόρδα, όλα με τις φλούδες τους. Όταν έλιωναν όλα αυτά, προσέθετε και τυχόν φαγητό που είχε περισσέψει. Την πρώτη φορά που έφαγα εκεί, είχε ρίξει μέσα παλιά ξινισμένη φακή. Αυτός ο, πώς να το πω, ανάλατος πολτός, μοιραζόταν στα τρία, σε μικρές μερίδες. Ο γέροντας έβγαζε και από ένα κουτί στάχτη και το έριχνε στο φαγητό του. Μάλιστα, ένα κουτάλι στάχτη! Ο πατήρ Εφραίμ ανακάτευε στο φαγητό του μια μεγάλη, γερή κουταλιά στάχτη. Το φαγητό εκείνο φυσικά ήταν αδύνατον να με χορτάσει. Την πρώτη φορά τούς ρώτησα αν αυτό ήταν μόνο. Φαίνεται ότι η απορία στα μάτια μου θα ήταν τόσο αθώα που ο πατήρ Εφραίμ, χαμογελώντας, με προέτρεψε να πάω έξω στην αυλή, όπου υπήρχε μια μουριά, να κόψω μούρα σε ένα τσίγκινο πιάτο και να τα φέρω να τα φάμε. Πήγα πράγματι έξω, βρήκα την μουριά, έκοψα όσο γινόταν περισσότερα μούρα και τα πήγα στο τραπέζι. Μόλις τα έφερα, άρχισαν να τα τρώνε έτσι όπως ήταν, άπλυτα, με τα μυγάκια και τα άλλα πλάσματα του Θεού. Να τα πλύνω, πάτερ; Τότε μου εξήγησε ο πατήρ Εφραίμ ότι το νερό ήταν βρόχινο, λιγοστό, το μάζευαν σε μια δεξαμενή και έπρεπε να μην το σπαταλούν. Υπάκουσα. Αλλά ο πάτερ Εφραίμ μού είπε ότι θα μπορούσα να πηγαίνω κάθε μέρα στην μουριά και να κόβω όσα μούρα θέλω και να τα φέρνω να τα τρώμε.

Που κοιμόμουν
Μου έδωσαν το καλό δωμάτιο, πάνω στον πρώτο όροφο. Είχε μια τάβλα ξύλινη, σχηματισμένη από δύο σανίδες, για κρεβάτι. Στον απέναντι τοίχο εικόνες και μια μικρή βιβλιοθήκη και πάνω από το κρεβάτι τη φωτογραφία μέσα σε κορνίζα ενός γέρου καταβεβλημένου μοναχού που κρατούσε στα χέρια του ένα κομποσκοίνι. Ο πατήρ Εφραίμ μού είπε ότι σε εκείνο το κρεβάτι κοιμόταν εκείνος ο γέρων μοναχός και ότι θα μπορούσα να λέω την ευχή, αν ήθελα, με το δικό του κομποσκοίνι. Και μού το έδωσε. Ήταν τρακοσάρι, χιλιάρι θα σας γελάσω. Πέρασαν τα χρόνια. Αλλά θυμάμαι ότι εκείνο το κομποσκοίνι είχε τόσο πολύ δουλευτεί στην προσευχή που το χρώμα του είχε φύγει και έμενε μόνο η ίνα.

Που να ξέρω τότε, ο ανίδεος, ότι κοιμόμουν στο κρεβάτι του γέροντος Ιωσήφ του ησυχαστού, ότι προσευχόμουν με το κομποσκοίνι του και ότι διάβαζα τα βιβλία που και ο ίδιος διάβαζε!
Εκεί κάθε φορά που προσευχόμουν με το κομποσκοίνι του γέροντος Ιωσήφ έβλεπα στον νου μου την μάνα μου να με κοιτά λυπημένη. Τα χείλη της έτρεμαν σε ένα βουβό παράπονο και δάκρυα έτρεχαν από τα μάτια της. Ήταν αδύνατον να αντισταθώ στον λογισμό, ο οποίος με έπληττε με σφοδρή δύναμη, όσο και αν προσπαθούσα. Έφτασα να κουνώ το κεφάλι δεξιά κι αριστερά για να τον αποδιώξω, αλλά η μάνα μου εκεί στεκόταν λυπημένη, με βουβά δάκρυα, και χείλη να τρέμουν.

Τα τάπερ της μάνας
Η μέρα της κουράς του δόκιμου έφτασε. Οι άρρενες συγγενείς του κατέφθασαν όλοι. Δύο από αυτούς ανέβηκαν μέχρι το κελλί και μας ρώτησαν αν υπήρχαν μουλάρια για να ανεβάσουν τις προμήθειες πάνω στο κελλί. Μουλάρια δεν υπήρχαν. Ο πατήρ Εφραίμ με ρώτησε αν μπορούσα να βοηθήσω στο κουβάλημα μαζί με τον δόκιμο. Είπα ναι.
Το κελλί βρισκόταν πάνω σε μια απότομη, ανηφορική χαράδρα ανάμεσα σε δύο γιγάντιους βραχίονες του Άθωνα που κατέβαιναν απότομα στη θάλασσα.
Πήγα μέχρι το καΐκι, κάτω στη θάλασσα. Όπως οι επισκέπτες ξεφόρτωναν το καΐκι, παρατήρησα ότι ανάμεσα στα πράγματα υπήρχαν μεγάλα τετράγωνα ημιδιαφανή άσπρα τάπερ με φαγητά. Το μέγεθός τους φαινόταν να είναι σχεδόν ένα μέτρο επί ένα. Πρώτη φορά έβλεπα τάπερ τέτοιου μεγέθους και δεν ματαξαναείδα. Ρώτησα τι ήταν αυτά και αν μπορούσα να τα κουβαλήσω. Μου είπαν ότι ήταν όλα φαγητά που έφτιαξε η μητέρα του δόκιμου. Και, ναι, μπορούσα να τα κουβαλήσω. Ήταν δεκάδες! Και ακόμα είχε λάδια, μέλια, όσπρια σε τσουβαλάκια, κρασιά, μέχρι και δεσμίδες με τσάι του βουνού τυλιγμένες σε λεπτά υφάσματα. Το καΐκι μεγάλο και γεμάτο μέχρι πάνω! Και όλα αυτά τα είχε ετοιμάσει η μητέρα του δόκιμου με τα χέρια της. Νομίζω ήταν μοναχοπαίδι και η μάνα του τού είχε αδυναμία.
Φορτώθηκα μερικά τάπερ. Τι ωραία που φαινόντουσαν όλα αυτά τα φαγητά! Όσο και να έτρωγαν οι επισκέπτες, πόσα ακόμα θα περίσσευαν για μας! Με αυτή τη σκέψη, άρχισα να ανεβαίνω την ανηφόρα και το ζιγκ ζακ μονοπάτι τρέχοντας. Άφησα τα τάπερ που κουβαλούσα πάνω στο κελλί και κατέβηκα κάτω. Τρέχοντας.
Πιστέψτε με, ποτέ μου ξανά δεν έτρεξα τόσο πολύ ανεβαίνοντας σε ανωφερές μονοπάτι και μάλιστα των Κατουνακίων για όσους ξέρουν για τι πράγμα μιλάμε. Πήγαινα και ερχόμουν τρέχοντας χωρίς να λαχανιάζω. Κατέβαινα και ανέβαινα προσπαθώντας να μαντέψω το φαγητό που μισοδιακρινόταν σε εκείνο το γιγάντιο τάπερ. Τι είχε φτιάξει εκείνη η μανούλα μέσα σ’ αυτά!

Το βράδυ της κουράς
Παιδί, μου, εμείς πρέπει να περιποιηθούμε τους ξένους που φιλοξενούμε. Από σένα, παιδί μου, περιμένω τα περισσότερα, επειδή ο δόκιμος πρέπει να προετοιμασθεί. Να περιποιηθείς τους ξένους! Ευλόγησον, πάτερ, είπα δυνατά και με χαρά.
Το δωμάτιό μου δόθηκε στον πατέρα και στον θείο του δόκιμου. Δεξιά και αριστερά βολεύτηκαν όλοι. Το βράδυ θα ερχόντουσαν μοναχοί και γέροντες από άλλα κελλιά για την κουρά του δόκιμου. Θα έπρεπε να ετοιμάσουμε το πρωί εορταστική τράπεζα για όλους αυτούς. Το βράδυ έπεσε. Όλοι πήγαν να ξεκουραστούν και να κοιμηθούν λίγο. Ο πάτερ και ο δόκιμος θα περνούσαν το βράδυ προσευχόμενοι.
Ο δόκιμος ήρθε και μου είπε ότι μπορούσα να ξαπλώσω λίγο σε έναν πάγκο που υπήρχε σε έναν διάδρομο. Πράγματι πήγα εκεί και προσπάθησα να ξαπλώσω, αλλά ήταν στενός και δεν αναπαυόμουν. Σηκώθηκα και πήγα έξω. Ο δόκιμος κάποια στιγμή βγήκε από το κελλί και με ρώτησε αν είχα βολευτεί στο στενό παγκάκι. Του είπα όχι. Μπορείς να κοιμηθείς στο υπόγειο αν θέλεις. Πήγα στο υπόγειο. Στο υπόγειο μόνο σκυμμένος μπορούσες να πας. Στη μέση είχε ένα μπαούλο με ένα τσουβάλι απλωμένο πάνω. Πάνω στο μπαούλο θα μπορούσα να κοιμηθώ. Ο δόκιμος μού είπε να μην φοβηθώ από τα ποντίκια, γιατί το υπόγειο είχε ποντίκια και μια φορά μάλιστα τον είχαν δαγκάσει όταν κοιμόταν, εκεί στο υπόγειο. Θεέ μου, ποντίκια! Πώς θα κοιμόμουν εκεί να με τρώνε τα ποντίκια, στο σκοτάδι;
Βγήκα έξω και καθόμουν σε ένα χαμηλό παγκάκι χαζεύοντας τον έναστρο ουρανό. Ο δόκιμος πήγε στην εκκλησία για να προσευχηθεί. Μετά από κάποιες ώρες μοναχοί από διπλανά κελλιά ήρθαν στο κελλί. Ένας από αυτούς με ρώτησε αν ήμουν συγγενής του δόκιμου. Είπα πως όχι. Ο ίδιος αργότερα έφυγε από το κελλί και πήγε κάπου στην ερημιά, μακριά, σε ένα βράχο να προσευχηθεί, μέσα στο σκοτάδι, μόνος.
Η κουρά λαμπρή. Ο πατήρ Εφραίμ ήταν ο ιερέας. Είναι αδύνατον να περιγράψω την μόνη φορά μέχρι τώρα που συμμετείχα σε κουρά μοναχού και μάλιστα στα Κατουνάκια. Δεν μπορώ να βρω τα λόγια.
Το πρωί μετά την τράπεζα και τις ευχές, οι επισκέπτες έφυγαν. Νομίζω ότι οι συγγενείς του πατρός Ιωσήφ έμειναν ακόμα μια μέρα, αλλά δεν θυμάμαι καλά. Αλλά είτε την ίδια μέρα είτε την επόμενη, έφυγαν κι αυτοί.

Τα φαγητά ρίχνονται στο βάθος της χαράδρας
Έφυγαν όλοι, επιστροφή στην ησυχία. Οι άρρενες συγγενείς του πατρός Ιωσήφ έφυγαν. Ήρθε το καΐκι και τους πήρε. Ο πατήρ Εφραίμ και ο πατήρ Ιωσήφ μοίρασαν στους επισκέπτες μοναχούς πολλά τρόφιμα και προμήθειες. Έστειλαν ακόμα και ευλογία σε αλλα κελλιά. Πολλά από τα τρόφιμα, αν όχι τα περισσότερα, εξαφανίστηκαν. Αλλά και πάλι είχαν μείνει μαζί μας όλα αυτά τα ατελείωτα τάπερ της μάνας. Σκεφτόμουν ότι θα τρώγαμε, τώρα που ησυχάσαμε, σπιτικό φαγητό και σε μια ατελείωτη ποικιλία, έτσι μου φαινόταν.
Ο πατήρ Εφραίμ με φώναξε. Παιδί μου, μού είπε, εμείς δεν ήρθαμε εδώ για να τρώμε και να απολαμβάνουμε. Το ξέρεις αυτό, παιδί μου, έτσι δεν είναι; Ναι, πάτερ είπα. Τότε πάρε όλα αυτά τα τάπερ και πήγαινε πέτα τα στη χαράδρα που βρίσκεται μετά τη μουριά. Έτσι όπως είναι με τα τάπερ. Όλα τα τρόφιμα. Και μετά μάζεψε μούρα και φέρε να φάμε. Θα πω κι εγώ τον πατέρα Ιωσήφ να φτιάξει κάτι να φάμε.
Κατάλαβα, θα επιστρέφαμε πάλι σε εκείνο τον, ας πούμε, πολτό, τον νοστιμισμένο με νιφάδες στάχτης.
Έχε το νου σου, παιδί μου, μου είπε σοβαρά ο πατήρ Εφραίμ κοιτώντας με στα μάτια. Έχε το νου σου να μην φας, να μην δοκιμάσεις απ’ αυτά τα φαγητά. Υποσχέθηκες να με υπακούς, το θυμάσαι; Ναι, πάτερ, είπα εγώ. Άντε, τράβα, παιδί μου, και να θυμάσαι, μην δοκιμάσεις απ’ αυτά τα φαγητά. Ότι φάγαμε, φάγαμε. Τώρα κάνε υπακοή, κι εγώ θα κάνω προσευχή. Και με κοίταξε σοβαρά και διερευνητικά.
Πήγα στη χαράδρα κουβαλώντας στα χέρια όλα αυτά τα τετράγωνα μεγάλα τάπερ με τα φαγητά. Είχε εκεί στην άκρη μια μεγάλη πλατιά πέτρα που μπορούσα να κάτσω ακριβώς πάνω από τη χαράδρα. Άνοιξα το ένα τάπερ να δω το φαγητό. Αγκινάρες αλά πολίτα. Όπως ήταν τις πέταξα μαζί με το τάπερ κάτω στην χαράδρα.
Άνοιγα και πέταγα. Πατατοσαλάτα. Καλαμάρια γεμιστά με πλιγούρι και λαχανικά. Πικάντικη μελιτζανοσαλάτα. Χταπόδι με παντζάρια. Γίγαντες με μυρωδικά. Ρεβίθια σαλάτα. Ψητές πιπεριές και κάπαρη. Άνοιγα και πέταγα. Φακές σαλάτα. Σουπιές με σπανάκι. Πατάτες γιαχνί. Φασόλια μαυρομάτικα. Άνοιγα και πέταγα. Άσπρη ταραμοσαλάτα. Φασόλια πιαζ. Πράσα με ρύζι. Μακαρονάκι κοφτό με ελιές. Μα πόσο καιρό μαγείρευε αυτή η μάνα; Ξαναπήγα πίσω στο κελλί και πήρα και τα υπόλοιπα. Ριζότο με λαχανικά και μανιτάρια. Κολοκυθάκια. Άγρια χόρτα στον ατμό. Αγκινάρες τηγανιτές. Τα πέταξα όλα. Τελευταίο έμεινε ένα πλαστικό άσπρο δοχείο με μέλι, νομίζω των δύο κιλών.

Το μέλι της αμαρτίας
Το κρατούσα και το κοιτούσα εκεί στη χαράδρα. Άνοιξα το καπάκι. Αρώματα ξεπήδησαν από μέσα. Αρώματα καραμελωμένων φρούτων, λευκών λουλουδιών και εσπεριδοειδών. Χρώμα λαμπερό σκούρο μελί με χρυσές ανταύγειες. Το ξανακοίταξα. Έβαλα λίγο το δείκτη του δεξιού μου χεριού μέσα. Μόνο λίγο, σε μια άκρη. Στάθηκα για μια στιγμή. Πήρα μια ανάσα, έβγαλα το δάκτυλο από το βάζο και το δοκίμασα.

Ήταν γλυκό, γλυκό πολύ.
Πλατάγισα τη γλώσσα και σηκώθηκα. Τότε αμέσως τύψεις επέδραμαν πάνω μου. Πέταξα το μέλι κάτω απότομα με μια κίνηση. Λυπόμουν πολύ. Παράκουσα τον γέροντά μου. Είχα παραβεί την υπακοή. Ο κόπος μου τόσες μέρες ζώντας εκεί πήγε χαμένος. Όλος μου αυτός ο κόπος, ο κόπος του καλού χάθηκε για λίγο μέλι, μέλι στην άκρη ενός δάχτυλου, τόσο μόνον.
Η γλώσσα μου φούσκωσε και πρήστηκε. Αργοκουνούσα τη γλώσσα μου χωρίς να έχω σάλιο. Πίκρα πικρή, πίκρα κατάπικρη, σα χολή, ανέβαινε, ερχόταν από το μέλι πού' χα γευτεί.
Πήγα προς τη μουριά να μαζέψω μούρα στεναχωρημένος. Μούρα δεν υπήρχαν στα κάτω κλαδιά, μόνον στα πάνω που δεν τα έφτανα. Ακούμπησα στην μουριά. Το ζωντανό αυτό όν, το δέντρο, ο σύντροφός μου τόσες μέρες, είχε γίνει ένα ξένο, άψυχο ξύλο. Σκόνταψα και χτύπησα σε ένα κλαδί. Η ίδια η φύση μ’ αποστρεφόταν. Μάζεψα μερικά μούρα από κάτω. Προχώρησα προς το κελλί. Μπήκα μέσα και έβαλα το πιάτο με τα μούρα στη μέση. Κάθισα.
Ο πατήρ Εφραίμ με κοιτούσε, αλλά εγώ δεν αντιγύρισα το βλέμμα του. Κοιτούσα μπροστά μου το πιάτο αμίλητος. Τότε ο πατήρ Εφραίμ έσκυψε προς το μέρος μου, ακούμπησε το χέρι του στο δικό μου, και μου είπε πολύ ψιθυριστά:
- Είδες παιδί μου πόσο πικρό είναι το μέλι της αμαρτίας;
Και ο τρόπος που τό’ πε, σαν στοργικός πατέρας, μού' σκισε την καρδιά.



http://anagnostikon.blogspot.

Τετάρτη 25 Ιανουαρίου 2012

Η λεηλασία των ελληνικών αρχαιοτήτων από τους Ευρωπαίους!

Η λεηλασία των ελληνικών αρχαιοτήτων από τους Ευρωπαίους!



Τα ελγίνεια μάρμαρα (γλυπτά του Παρθενώνα), για τα οποία γίνεται λόγος δεκαετίες τώρα, είναι ελαχιστότατα μπροστά στα τόσα μνημεία και τις αμέτρητες αρχαιότητες που άρπαξαν και κατέστρεψαν κατά καιρούς οι Ευρωπαίοι και κυρίως στη διάρκεια της τουρκοκρατίας.
Στο διάστημα 1723-1774, βασιλιάς της Γαλλίας ήταν ο Λουδοβίκος 15ος. Το 1730 ο βασιλικός βιβλιοθηκάριος αββάς Fourmont ήρθε στην Πελοπόννησο ως απεσταλμένος του Λουδοβίκου για να συλλέξει αρχαιότητες. Οι έρευνές του στράφηκαν κυρίως στον χώρο της αρχαίας Σπάρτης. Για το θέμα αυτό έγραψε σε ένα φίλο του: «Τα ισοπέδωσα όλα, τα ξεθεμελίωσα όλα. Από την μεγάλη αυτή πόλη δεν έμεινε λίθος επί λίθου. Εδώ και ένα μήνα συνεργεία από 30 και μερικές φορές 40 ή 60 εργάτες γκρεμίζουν, καταστρέφουν, εξολοθρεύουν τη Σπάρτη. Αυτή τη στιγμή είμαι απασχολημένος με την τελευταία καταστροφή της. Έψαξα να βρω τις αρχαίες πόλεις αυτής της χώρας και κατέστρεψα μερικές. Γκρεμίζοντας ναούς και τείχη, μην αφήνοντας λίθον επί λίθου, θα κάνω αγνώριστο αυτόν τον τόπο. Αλλά εγώ τουλάχιστον ξέρω πώς να τον αναγνωρίσω. Τώρα ασχολούμαι με την καταστροφή του Απόλλωνος στις Αμύκλες (περιοχή Σπάρτης). Βρίσκω κάθε μέρα θαυμαστά πράγματα. Δεν μετανοιώνω. Θα καταστρέψω και άλλους ναούς αν με αφήσουν»!..
Το 1806, όταν ήρθε στο χώρο αυτό ο Σατωβριάν και έψαχνε να βρει την αρχαία Σπάρτη δεν ευρήκε ούτε σημάδι από την πόλη του Λυκούργου και του Λεωνίδα. Όταν ρώτησε τους ντόπιους κατοίκους ούτε κι αυτοί γνώριζαν πού βρισκότανε η αρχαία Σπάρτη. Είχαν φροντίσει γι' αυτό οι Γάλλοι, οι πιο πολιτισμένοι Ευρωπαίοι. Γι' αυτό και ο Σατωβριάν απογοητευμένος ανέβηκε σε ένα βράχο και φώναξε: Λεωνίδα, Λεωνίδα, Λεωνίδα!.. Εκαλούσε την ηρωική ψυχή του Λεωνίδα να αναστήσει την ένδοξη Σπάρτη.
Το 1788 ο πρεσβευτής της Γαλλίας στην Κων/πολη εφοδιασμένος με τουρκική άδεια επιχειρεί να αποσπάσει γλυπτά από τον Παρθενώνα. Προκάλεσε μόνον φθορές, αλλά δεν τα κατάφερε. Κομμάτιασε μόνον μία μετόπη. Οι συνεργάτες του Γάλλου πρεσβευτή σχεδίαζαν αργότερα την μεταφορά ολόκληρου του Θησείου, αλλά, ευτυχώς, δεν πρόλαβαν.
Η μεταφορά του διεθνώς γνωστού αγάλματος «Αφροδίτη της Μήλου», που σήμερα βρίσκεται στο Λούβρο (Παρίσι), 23 Μαΐου 1820: «Το άγαλμα μεταφέρθηκε στο γιαλό του νησιού. Αν από θαύμα ζωντάνευε η θεά θα έκλαιγε πικρά καθώς την έσερναν στα βράχια, την αναποδογύριζαν και την κατρακυλούσαν άνθρωποι σε έξαλλη κατάσταση. Παραλίγο να γκρεμισθεί στην θάλασσα. Ακολούθησε πανδαιμόνιο γύρω από το κασόνι που την μετέφεραν. Οι Έλληνες δεν ήθελαν να το δώσουν. Ο κυβερνήτης του πολεμικού πλοίου κραύγασε στους ναύτες να ρίξουν το κασόνι στη λέμβο. Τότε άρχισε η μάχη. Σπαθιά και ρόπαλα ανέμισαν. Ο παπάς του νησιού δέχθηκε πολλά χτυπήματα στο κεφάλι και τη ράχη. Το ίδιο και οι Έλληνες που ζητούσαν βοήθεια από τον Θεό και αγωνίζονταν. Ο πρόξενος της Γαλλίας πολεμούσε καλά κρατώντας στο ένα χέρι σπαθί και στο άλλο ρόπαλο. Οι ναύτες τραβολογούσαν το κασόνι που χτυπιόταν δεξιά-αριστερά. Τότε, σ' αυτήν τη μεταφορά έχασε η Αφροδίτη το αριστερό της χέρι, που βλέπομε σήμερα κομμένο.». Αργότερα έσπασε και το άλλο χέρι.
Λίγο πριν από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο έγινε μετακίνηση της Αφροδίτης σε άλλη θέση. Όταν σήκωσαν το άγαλμα ανακαλύφθηκε πάνω στο βάθρο ένα κομμάτι χαρτί κιτρινισμένο από τον χρόνο, το οποίο έγραφε το εξής:

«Στην λατρευτή μου Αφροδίτη της Μήλου επαναλαμβάνω με πόνο τα λόγια του Δροσίνη. Και στη συνέχεια ήταν γραμμένο ολόκληρο το ποίημα του Δροσίνη για την Αφροδίτη. Υπογραφή στο σημείωμα: «Με πόνο. Βεατρίκη Κώττα, ετών 12». Η ανεύρεση του σημειώματος αυτού και ο τρόπος της εκφράσεως των αισθημάτων της νεαρής Ελληνίδας έκαμαν τότε ζωηρότατη εντύπωση στο Παρίσι. Ο γαλλικός τύπος και το ραδιόφωνο του Παρισιού ασχολήθηκαν επανειλημμένα. Το σημείωμα τοποθετήθηκε σε μια γυάλινη θήκη και κατατέθηκε στα αρχεία του Λούβρου.
Ο Ιταλός Κορνήλιο Μάγνι γράφει το 1674 ότι «Όσοι ξένοι δεν μπορούσαν να μεταφέρουν τα μεγάλα αγάλματα, τους έκοβαν τα κεφάλια. Τα προώριζαν για τα σαλόνια και τα γραφεία των μεγιστάνων και φιλότεχνων της Ιταλίας - Γαλλίας - Ισπανίας - Γερμανίας».
Ο San Gallo κράτησε για τον εαυτό του την κεφαλή της Νίκης από το δυτικό αέτωμα του Παρθενώνα.
Ο Δανός λοχαγός Hartmand απέσπασε δύο κεφάλια από την μετόπη.
Κάθε ξένος που επισκεπτόταν την Ελλάδα, τα πληρώματα κάθε πολεμικού πλοίου που επισκέπτονταν κάποιο νησί ή κάποιο άλλο λιμάνι, ή τουρίστες που επισκέπτονταν τα αρχαία μας, αποσπούσαν κάποιο κομμάτι σαν σουβενίρ. Ο ακόλουθος της αγγλικής πρεσβείας στην Κων/πολη Ουίλλιαμ Τάρνερ συνήθιζε, όπως αφηγείται ο ίδιος, να τσακίζει τις μύτες των αρχαίων αγαλμάτων και να τις παίρνει για σουβενίρ (χαρακτηριστικό ψυχοπάθειας).
Όταν ο Έλγιν άρπαζε τα γλυπτά του Παρθενώνα, την ίδια ώρα ο Εδουάρδος Κλαρκ έκλεβε το μεγάλο άγαλμα της Δήμητρας από την Ελευσίνα.
Οι Ιταλοί έγδυσαν σχεδόν ολόκληρες περιοχές με αρχαία από την Μακεδονία.
Άλλοι Γάλλοι σάρωσαν όλη την Πελοπόννησο και έκλεψαν το άγαλμα του Διός (Ολυμπία).
Οι ευγενείς των ιταλικών πόλεων έχτιζαν τα παλάτια τους με μάρμαρα αρχαίων αρχιτεκτονημάτων της Αθήνας.
Ο Γερμανός Ρούντολφ Φον Σούχεν που πέρασε από την Αθήνα γράφει ότι: «Ολόκληρη η Γένοβα ήταν χτισμένη με μάρμαρα και κίονες από την Αθήνα.».
Στην λεηλασία των ελληνικών αρχαιοτήτων διακρίθηκαν τον 16ο και 17ον αιώνα οι ζάπλουτοι αριστοκράτες της Φλωρεντίας. Υπήρχε μεγάλη, τεράστια ζήτηση στις ευρωπαϊκές μητροπόλεις. Εστεμμένοι και κροίσοι φιλοδοξούν να στολίσουν τους κήπους και τα ανάκτορά τους με ελληνικά γλυπτά όπως έκαναν και οι Ρωμαίοι μερικούς αιώνες πριν. Συχνότατα το εμπόριο αρχαιοκαπηλείας γινότανε μεταξύ των διπλωματών στην Ελλάδα και των αγοραστών ή των Τούρκων πασάδων και των αγοραστών.
Τον 17ον αιώνα ένας λόγιος έγραψε: "Τον 17ο αιώνα ένας Άγγλος πλούσιος φεουδάρχης και ο πανίσχυρος δούκας του Μπάκινχαμ μεταφύτεψαν την Ελλάδα στην Αγγλία. Ακολουθούν οι Γάλλοι, οι Αυστριακοί και άλλοι με κάθε είδους έργα τέχνης που εύρισκαν στην υποδουλωμένη Ελλάδα."
Στο Μουσείο «Ερμιτάζ - Αγία Πετρούπολη» οι ελληνικοί θησαυροί χωρίζονται σε δύο κατηγορίες:
Η πρώτη περιλαμβάνει έργα τέχνης που βρέθηκαν στη μητροπολιτική Ελλάδα, στην Ιωνία και στην Κάτω Ιταλία και μεταφέρθηκαν στην Αγία Πετρούπολη, καθώς και ρωμαϊκά αντίγραφα ελληνικών αρχαιοτήτων.
Η δεύτερη κατηγορία περιλαμβάνει τις αρχαιότητες που προέρχονται από τις παρευξείνιες χώρες, όπου άνθισαν οι ελληνικές αποικίες από τους Αρχαϊκούς Χρόνους. Πρόκειται ασφαλώς για εκφάνσεις της ελληνικής τέχνης, όπως συνάγεται από το θεματολόγιο, την τυπολογία και την τεχνική κατασκευής των αντικειμένων αυτών.
Αν συνυπολογίσουμε τους ελληνικούς θησαυρούς που υπάρχουν σε όλα τα μουσεία του κόσμου φθάνομε σε αστρονομικούς αριθμούς.
Αθανάσιος Δέμος
Πηγή: ΠΡΩΙΝΟΣ ΛΟΓΟΣ

Bόμβα Σαμαρά από την Μόσχα: "To Βατοπέδι είχε στόχο την κυβέρνηση Καραμανλή!"

Bόμβα Σαμαρά από την Μόσχα: "To Βατοπέδι είχε στόχο την κυβέρνηση Καραμανλή!"




News // Ελλάδα // 24 Ιανουαρίου 2012 // 22:49 Για την υπόθεση της Μονής Βατοπαιδίου μίλησε για πρώτη φορά ο Αντώνης Σαμαράς, σε συνέντευξη που παραχώρησε στο Ρωσικό Πρακτορείο Ειδήσεων «RIA Novosti».



Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης, ο κ. Σαμαράς ερωτηθείς για την υπόθεση της Ιεράς Μονής Βατοπαιδίου και την προφυλάκιση του ηγουμένου Εφραίμ και απάντησε ως εξής:



Στη Ρωσία υπήρχαν πολλές αντιδράσεις για την πρόσφατη σύλληψη του Ηγουμένου της Ιεράς Μονής Βατοπεδίου Εφραίμ, ο οποίος είναι δημοφιλής στη Ρωσία και έφερε εκεί από το Άγιον Όρος την Αγία Ζώνη μόλις πριν από δύο μήνες. Δεν μπορώ να σας ζητήσω να σχολιάσετε τις αποφάσεις της ανεξάρτητης Δικαιοσύνης, αλλά θα ήθελα να ρωτήσω για τη γενική σας στάση ως προς το λεγόμενο σκάνδαλο Βατοπεδίου, δεδομένου ότι πρώην στελέχη του κόμματός σας είχαν κατηγορηθεί στο παρελθόν όχι από δικαιοσύνη, αλλά από ΜΜΕ και πολιτικούς για τις συναλλαγές του κράτους με τη Μονή.



Α. Σαμαράς: Όπως σωστά το είπατε, δεν μπορώ να σχολιάζω τις αποφάσεις της δικαιοσύνης. Πρέπει να ξέρετε, όμως, ότι η υπόθεση αυτή χρησιμοποιήθηκε για να ανατραπεί η προηγούμενη κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας.»

«Στο μεταξύ, όμως, δύο εξεταστικές επιτροπές της Ελληνικής Βουλής διερεύνησαν την υπόθεση του Βατοπεδίου – η δεύτερη επί διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ – και οι δύο δεν κατάφεραν να βρουν το παραμικρό επιβαρυντικό στοιχείο, κατά ουδενός, ούτε για «βλάβη του δημοσίου συμφέροντος», ούτε για «ροή πολιτικού χρήματος». Και για όλα αυτά έχω κάνει πολύ σαφείς δηλώσεις εδώ και πολύ καιρό», πρόσθεσε επίσης.





«Επομένως η υπόθεση αυτή, σε ό,τι αφορά την πολιτική της πτυχή – δηλαδή την ευθύνη πολιτικών προσώπων - έχει κλείσει οριστικά. Τώρα πρέπει να κλείσει και η δικαστική πλευρά της. Με πλήρη διερεύνηση σε βάθος, ώστε να λάμψει όλη η αλήθεια. Κι αυτό θα συμβεί. Να είστε σίγουροι!», διαβεβαίωσε ο κ. Σαμαράς.



Κλείνοντας ως προς την υπόθεση Βατοπαιδίου είπε,«Και να έχετε εμπιστοσύνη στην Ελληνική Δικαιοσύνη. Η οποία όχι μόνο θα ξεκαθαρίσει τα πράγματα, αλλά θα τελειώσει αυτή την ιστορία που δηλητηριάζει και το εσωτερικό πολιτικό κλίμα στην Ελλάδα και την εικόνα της Ορθοδοξίας διεθνώς».



Δείτε τι είπε για τις ρώσικες επενδύσεις, την οικονομία και την κρίση εδώ











Πηγή:apospasma.gr





Σ᾽ αποζητούμε, Χριστόδουλε!…

Σ᾽ αποζητούμε, Χριστόδουλε!…






Του Ιστορικού-Συγγραφέα Σαράντου Καργάκου



Όταν έφυγε έγραψα: «Σε κλαίει ο λαός!». Σήμερα, μετά από την παρέλευση τόσων ετών από τη θανή του είμαι υποχρεωμένος να γράψω: «Σε θέλει ο λαός!».

Στο διάστημα της επίγειας απουσίας του «έφυγαν» κι άλλοι πολλοί, μεγάλοι και τρανοί, που ήσαν πασίγνωστοι εδώ κι εκεί. Όλους όμως τούς πήρε το ποτάμι της Λήθης. Μόνον ο Χριστόδουλος ζει -άσβηστο καντήλι στην ψυχή του αγνού λαού που πονεί για την έρμη πατρίδα. Όσο ζούσε ο Χριστόδουλος ο λαός είχε μιάν ελπίδα: είχε έναν ηγέτη! Ήταν για το λαό μας ό,τι και ο Χρυσόστομος για τον εγκαταλελειμμένο λαό της Σμύρνης. Και οι δύο οδηγήθηκαν στο μαρτύριο: ο Σμύρνης από τον τουρκικό όχλο, ο Αθηνών και Ελλήνων πάντων από τον δημοσιογραφικό και χαμηλοπολιτικό όχλο. Ο ένας πέθανε βασανισμένος, ο άλλος πέθανε φαρμακωμένος. Κανείς δεν ήπιε τόσο φαρμάκι όσο ο Χριστόδουλος.

Γιατί είχε Παπαφλέσσειο ανάστημα και ύψωνε φωνή υπέρ πίστεως και πατρίδος. Κουβαλούσε μέσα του την παράδοση του 1821. Με τον λόγο του ξαναζωντάνευε τ᾽ αρματολίκι, τους καιρούς της παλληκαριάς και της λεβεντιάς.



Τον έφαγε η χαμέρπεια και η κακομοιριά. Η χυδαία κακολογία και μικρολογία. Έπρεπε να πέσει για να πεισθούν οι κακόπιστοι πόσο μεγάλος ήταν! Δανείζομαι μιά φράση του Παν. Κανελλόπουλου για να τον παραστήσω: «Τον μικρό τον γνωρίζει κανείς από την άνοδό του• τον μεγάλο από την πτώση του». Ναι, όταν έπεσε ο Χριστόδουλος, ήταν σαν να έπεσε η Βασιλική Δρυς της πατρίδας. Ο λαός έχασε τον άνθρωπο που του προσέφερε όραμα, δύναμη, αντιστασιακή διάθεση.

Ο Χριστόδουλος χτυπούσε διαρκώς την καμπάνα του συναγερμού, διότι «άκουε την βοήν των πλησιαζόντων γεγονότων». Γι᾽ αυτό είχε απέναντί του όλους αυτούς που απεργάστηκαν την σημερινή μας κατάντια. Δυστυχώς, στην Ελλάδα, αντί να χτυπάμε αυτούς που βάζουν την φωτιά, χτυπάμε εκείνους που βαράνε την καμπάνα του συναγερμού. Δεκάδες οι φαρέτρες με τα δηλητηριασμένα βέλη που στρέφονταν εναντίον του. Με την δήθεν σάτιρα από την τηλοψία, από το ραδιόφωνο, από το πάλκο και τον τύπο, οι νάνοι αντίπαλοί του, του έκαναν τη ζωή του φαρμάκι. Κι αυτός σαν τον μάρτυρα Χρυσόστομο συγχωρούσε.

Είχαμε στενή φιλία από παλιά, αλλά ποτέ συνεργασία σε επαγγελματική βάση. Η γνωριμία μας ξεκίνησε από μιά επιθετική επιστολή που του έστειλα από το ερημητήριό μου στον Πάρνωνα. Έσχισε λαγκάδια και βουνά να με βρει. Έκτοτε δεθήκαμε με μιά σχέση αδελφική. Δεν θα πω ποτέ όσα μού είχε εμπιστευθεί. Σε πολλά με έπειθε. Σ᾽ ένα μόνον δεν με έπειθε: να είμαι συγχωρητικός. «Είμαι Μανιάτης, του έλεγα, και μέσα στο μανιάτικο φυσικό είναι η αναίδεια». Αναίδεια στ᾽ αρχαία ελληνικά σημαίνει άρνηση συγγνώμης. Κι αυτός γελούσε παταγωδώς. Γιατί ήξερε πως δεν σοβαρολογώ. Απλώς ερέθιζα την διάθεσή του για ευτραπελία. Ναι, ήταν ένας μεγάλος «μαΐστορας» του χιούμορ. Στα χρόνια του η Εκκλησία «έλαμπε από χαμόγελο», μπήκε το γέλιο στην Εκκλησία. Κέρδισε την παραπαίουσα νεολαία. «Κι εγώ μαζί σας, αλλά κι εσείς μαζί μου». Κι οι νέοι θα πήγαιναν μαζί του, έστω κι αν τούς οδηγούσε στο Ζάλογγο. Θα έπεφταν, αλλά θα έπεφταν σαν τον Ίκαρο από ψηλά.

Είχε Ικάρειο πνεύμα μέσα του ο Χριστόδουλος. Πετούσε πάνω από τα ευτελή και τους ευτελείς σαν τον βασιλικό αητό. Εκάλυπτε τους πάντες με την καλλιφωνία του, την πολυγνωσία του, την πολυγλωσσία του, με το ιλαρό φως του προσώπου του. Άγρυπνος σαν τον Άργο, μελετούσε τα πάντα κι ήταν ενήμερος για τα πάντα. Έγραφε ακατάπαυστα ακόμη κι όταν συνομιλούσε, ακόμη κι όταν τηλεφωνούσε. Συχνά τον μάλωνα: «Πότε ξεκουράζεσαι;». Κι αυτός με το δροσάτο γέλιο του: «Όταν δουλεύω…!». Του άρεσε να με νευριάζει και να με πιάνει το «μανιάτικο», οπότε οι τύποι πήγαιναν περίπατο. Με φώναζε -για να με ερεθίζει- Σαράντη. Του ᾽λεγα, του ξανάλεγα ότι Σαράντο -κι όχι Σαράντη- λέμε στη Μάνη. Κι αυτός επέμενε στο Σαράντη, έτσι για να με «φουρτουνιάζει». Του άρεσε η «φουρτούνα» μου. Κάποτε μού είπε περιπαικτικά: «Να δούμε πώς θα περνάς στον Παράδεισο…». Τον κοίταξα λοξά και του είπα ειρωνικά: «Έχω κάνει αίτηση ως ιστορικός να πάω στην Κόλαση. Εκεί θα βρω όλους τους μεγάλους της Ιστορίας. Κι ακόμη θα γλυτώσω κι από σάς τους δεσποτάδες». Κι ο μεγαλόθυμος Χριστόδουλος με αποστόμωσε -παρότι Θράξ- με το λακωνικό: «Μην το πολυελπίζεις αυτό!..».

Έτσι, με το χιούμορ, την ετοιμολογία, την λεκτική ευθυβολία, την ευθυφροσύνη και την μεγαλοφροσύνη ήξερε να κερδίζει καρδιές. Βέβαια οι μικρόψυχοι τον φθονούσαν. Τον φθονούσαν και όσοι είχαν βαλθεί να ξεριζώσουν τη γλώσσα μας, να ξεπατώσουν την παιδεία μας, να ξεδοντιάσουν την Εκκλησία μας, να σπιλώσουν την ιστορία μας, να ακρωτηριάσουν την πατρίδα μας. Τον φθονούσαν όλοι αυτοί που προσπάθησαν και προσπαθούν να μετατρέψουν έναν γίγαντα λαό, σε λαό νάνων. Σε λαό θάμνων, κατά το δικό τους ανάστημα.

Του οφείλω άπειρη ευγνωμοσύνη για όσα έκανε για την ημετέρα φουκαροσύνη: προλόγισε το βιβλίο μου «Από το Μακεδονικό Ζήτημα στην Εμπλοκή των Σκοπίων», που βγήκε τον Ιανουάριο του 1992, προλόγισε -και μάλιστα σε Αττική διάλεκτο- την τρίτομη «Ιστορία των Αρχαίων Αθηνών» και στάθηκε πάντα πατρικά συμβουλευτικός απέναντι στα παιδιά μου.

Αφ᾽ ότου έφυγε, δεν έγραψα ούτε μίλησα ποτέ γι᾽ αυτόν. Μόνον μιά φορά, την ημέρα της κηδείας του είπα κάποια λόγια πικρά -όχι γι᾽ αυτόν φυσικά- στο Ραδιόφωνο της Εκκλησίας της Ελλάδος. Σήμερα μιλούν άλλοι, που κάποτε τον είχανε πικράνει. Τώρα νιώθουν τι «τζοβαϊρικό» αξετίμητο χάσαμε. Κι αν σήμερα ανταποκρίθηκα στο αίτημα να χαράξω τις γραμμές αυτές, είναι γιατί σε μιά πρόσφατη επίσκεψή μου στο Α ́ Νεκροταφείο των Αθηνών, είδα τάφους γυμνούς επιφανών, ενώ ο τάφος του Χριστόδουλου ήταν πνιγμένος στα λουλούδια. Πήγα να κόψω ένα γαρύφαλλο κι από κάτω σ᾽ ένα χαρτάκι είδα γραμμένη τη φράση: «Σ᾽ αποζητούμε, Χριστόδουλε!…».



Σαράντος Ι. Καργάκος, Ιστορικός - Συγγραφέας

Πηγή: «ΕΚ ΒΑΘΕΩΝ», Περιοδική έκδοση I. Ν. Αγ. Γεωργίου Γιαννιτσών, 01/03/2011

Κυριακή 15 Ιανουαρίου 2012

Η αχαριστία για την αγάπη του Θεού.

Η αχαριστία για την αγάπη του Θεού


- Γέροντα, οι δοκιμασίες πάντοτε ωφελούν τους ανθρώπους;
- Εξαρτάται από το πως αντιμετωπίζει κανείς τις δοκιμασίες. Όσοι δεν έχουν καλή
διάθεση, βρίζουν τον Θεό, όταν τους βρίσκουν διάφορες δοκιμασίες. «Γιατί να το πάθω εγώ
αυτό; Λένε. Να, ο άλλος έχει τόσα καλά! Θεός είναι αυτός;» Δεν λένε «ήμαρτον», αλλά
βασανίζονται. Ενώ οι φιλότιμοι λένε: «Δόξα τω Θεώ! Αυτή η δοκιμασία με έφερε κοντά στον
Θεό. Ο Θεός για το καλό μου το έκανε». Και ενώ μπορεί πρώτα να μην πατούσαν καθόλου στην
εκκλησία, μετά αρχίζουν να εκκλησιάζωνται, να εξομολογούνται, να κοινωνούν. Πολλές φορές
μάλιστα ο Θεός τους πολύ σκληρούς τους φέρνει κάποια στιγμή με μια δοκιμασία σε τέτοιο φιλότιμο, που μόνοι τους παίρνουν μεγάλη στροφή και εξιλεώνονται με τον πόνο που
νιώθουν για όσα έκαναν.
- Γέροντα, πρέπει να λέμε «δόξα Σοι ο Θεός», όταν όλα πηγαίνουν καλά;
- Μα, αν δεν λέμε το «δόξα Σοι ο Θεός» στις χαρές, πως θα το πούμε στις θλίψεις; Εσύ
το λες στις θλίψεις και δεν θέλεις να το πης στις χαρές; Αλλά, όταν είναι αχάριστος κανείς, δεν
γνωρίζει την αγάπη του Θεού. Η αχαριστία είναι μεγάλη αμαρτία. Για μένα είναι θανάσιμο
αμάρτημα. Ο αχάριστος με τίποτε δεν ευχαριστιέται Για όλα γκρινιάζει, όλα του φταίνε. Στην
πατρίδα μου, τα Φάρασα, χρησιμοποιούσαν πολύ το πετιμέζι. Ένα βράδυ μια κοπέλα έκλαιγε,
γιατί ήθελε πετιμέζι. Η μάνα της – τι να κάνη; – πήγε και ζήτησε από την γειτονιά. Αυτή, μόλις
πήρε το πετιμέζι, έβαλε πάλι τα κλάματα. Χτυπούσε τα πόδια της κάτω και φώναζε: «Μαμά,
θέλω και γιαούρτι». «Τέτοια ώρα, παιδάκι μου, που να βρω γιαούρτι;» της λέει η μάνα της.
«Όχι, θέλω γιαούρτι». Πήγε, υποχρεώθηκε η καημένη σε μια γειτόνισσα, της έφερε και γιαούρτι.
Το παίρνει η κόρη και βάζει πάλι τα κλάματα. «Τώρα γιατί κλαις;», την ρωτάει η μάνα της.
«Μαμά, τα θέλω ανακατεμένα». Τα παίρνει η μάνα, τα ανακατεύει. Αυτή βάζει πάλι τα
κλάματα. «Μαμά δεν μπορώ να τα φάω έτσι. Θέλω να τα ξεχωρίσω!». Οπότε την περιέλαβε στα
σκαμπίλια η μάνα της, και … ξεχωρίσθηκε το πετιμέζι από το γιαούρτι!
Έτσι, θέλω να πω, κάνουν μερικές φορές πολλοί άνθρωποι, και τότε έρχεται η
παιδαγωγία του Θεού. Τουλάχιστον να αναγνωρίζουμε την αχαριστία μας και να ευχαριστούμε
τον Θεό μέρα-νύχτα για τις ευλογίες που μας δίνει. Με αυτόν τον τρόπο θα πάρουμε καταπόδι
τον δειλό διάβολο, ο οποίος θα συμμαζέψη τα ταγκαλάκια του και θα γίνη μαύρο καπνός, γιατί
θα του έχουμε βρει πια το αδύνατο σημείο.
(ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ – ΛΟΓΟΙ Δ΄ – ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΖΩΗ)

Παρασκευή 13 Ιανουαρίου 2012

Δήλωση διαμαρτυρίας αγιορειτών για τον γέροντα Εφραίμ

Δήλωση διαμαρτυρίας αγιορειτών για τον γέροντα Εφραίμ







Μετά την Επιστολή Συμπαράστασης της Ιεράς Κοινότητας του Αγίου Όρους υπέρ του γέροντα Εφραίμ και της Μονής Βατοπαιδίου σύσσωμο όλο το Άγιο Όρος υπογράφει δήλωση διαμαρτυρίας και συμπαραστάσεως στον Ηγούμενο Εφραίμ.

Το κείμενο έχει ως εξής:

Στις 10/23.12.2011 ελήφθη μία δικαστική απόφαση από το Συμβούλιο Εφετών που δεν έχει προηγούμενο.

Η απόφαση προφυλακίσεως του Καθηγουμένου της Ιεράς Μονής Βατοπεδίου Αρχιμανδρίτου Εφραίμ συγκλόνισε την πλειονότητα των Αγιορειτών πατέρων, όλο τον μοναχικό κόσμο και τους πιστούς ανά το πανελλήνιο.

Μάλιστα η εσπευσμένη ανακοίνωση της προ των μεγάλων εορτών αποτελεί πλήγμα ιδιαίτερης σημασίας και κλονίζει την σοβαρότητα και το κύρος του δικαστικού σώματος.



Δεν θέλουμε, αλλά αναγκαζόμαστε να πιστεύσουμε ότι υπήρξαν αφόρητες πολιτικές πιέσεις, που υπηρετούν πολιτικά συμφέροντα.

Είναι κρίμα, είναι άδικο και αναχρονιστικό, ακόμη και σήμερα η δικαστική εξουσία να ποδηγετείται και να επηρεάζεται από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα.

Είναι ανεπίτρεπτο και ακατανόητο να λέγεται ότι είναι επικίνδυνος για φυγή στο εξωτερικό και για διάπραξη περαιτέρω κακουργηματικών πράξεων.

Πλήθος έγκυρων νομικών και δικαστών απορούν και θεωρούν τουλάχιστον απαράδεκτη την απόφαση αυτή.

Πως είναι δυνατόν να το χωρέσει κοινός νους ότι όλοι όσοι σχετίζονται με την υπόθεση Βατοπεδίου η απηλλάγησαν η δεν προφυλακίστηκαν, ενώ όλο το βάρος πέφτει στον Γέροντα με το αφελές συμπέρασμα ότι είναι ύποπτος για συνέχιση διαπράξεως εγκλημάτων; Ποιός μπορεί να το πιστεύσει αυτό;

Οι κύριοι υπαίτιοι, που έφεραν σε αυτό το κατάντημα την πατρίδα μας, νομίζουν ότι έτσι φέρνουν την κάθαρση και την αποκατάσταση;

Όμως οι ημέρες αυτές των εορτών μας προτρέπουν να μετατρέψουμε την λύπη μας σε προσευχή θερμή και διαρκή και να μην εμπιστευόμαστε στους άρχοντες, αλλά στον εν φάτνη ανακλιθέντα Ιησού Χριστό.

Ο Γεννηθείς Χριστός θα ενισχύει τον σεβαστό και αγαπητό Καθηγούμενο Εφραίμ, ο οποίος έφυγε από τον κόσμο για το Άγιον Όρος από αγάπη στον Θεό και ποτέ δεν διανοήθηκε ν' αναχωρήσει από τη χώρα, τότε που εύκολα μπορούσε.

Τον περιβάλλουμε με την εμπιστοσύνη, τον σεβασμό, την εν Χριστώ αγάπη και την αμέριστη συμπαράσταση για το ξεπέρασμα και αυτής της δοκιμασίας.

Η απόφαση αυτή αποτελεί πόλεμο και διάθεση κακοπροαίρετης μεταχειρίσεως της Εκκλησίας, του μοναχισμού, του Αγίου Όρους, της Μονής Βατοπεδίου και του ιδίου.

Η αδελφότητα της Μονής αρραγής συνεχίζει απτόητη τον πνευματικό της αγώνα και δέεται ολόθερμα για τον πνευματικό της πατέρα.

Θα υπομείνει γενναία και τον πειρασμό αυτόν και θα ευλογηθεί πλούσια από τον Κύριο.

Σήμερα είναι μία φιλόπονη και φίλεργη αδελφότητα με περισσότερους από εκατό μοναχούς.

Πιστή στους μοναχικούς θεσμούς, στις νουθεσίες Γερόντων, στον Εσωτερικό Κανονισμό της μονής και στον Καταστατικό χάρτη του Αγίου Όρους, θα εξέλθει της παρούσης κρίσεως δυνατώτερη και ωριμώτερη.

Ορισμένοι πατέρες λέγουν πως η παρούσα προφυλάκιση, η οποία δεν έπεισε κανένα για την αναγκαιότητά της, είναι μία ένταση στην από καιρό πνευματική κρίση του τόπου μας, η οποία έφερε και την οικονομική κρίση.

Η σιωπή των ταγών για μία ακόμη φορά ανησυχεί. Υπογράφουμε πιστεύοντας πως θα υπάρξει ανάνηψη και τον τελευταίο λόγο θα πει ο Θεός.

Το λυπηρό αυτό γεγονός δεν μπορεί να στερήσει τη χαρά των Χριστουγέννων, μας οδηγεί όμως σε βαθειά περίσκεψη για το μέλλον μας, για την πορεία του έθνους μας.

Το άδικο ποτέ δεν ευλογείται. Ο πνευματικός νόμος λειτουργεί ανεμπόδιστα και όποιος συνεργεί στην αδικία θα λάβει τον δικό του «μισθό».

Ακολουθούν υπογραφές πέραν των διακοσίων Αγιορειτών Γερόντων μετά των συνοδειών τους.

Σάββατο 7 Ιανουαρίου 2012

Τα διαγγέλματα της υποτέλειας.

Τα διαγγέλματα της υποτέλειας. Καθηγητού Βασίλη Φίλια, πρώην Πρύτανη Παντείου Πανεπιστημίου.
Τα πρωτοχρονιάτικα μηνύματα των«κεφαλών του έθνους» από εκείνα του Προέδρου της Δημοκρατίας, του Πρωθυπουργού και του Διευθυντού της Τράπεζας της Ελλάδος ως αυτά των «αρμοδίων υπουργών» και κάποιων σοφολογιοτάτων βουλευτών, αποδεικνύουν ότι η χώρα ποδηγετείται από άσχετους και ημιμαθείς, που ως μοναδικό στόχο τους έχουν θέσει να εξασφαλίσουν στους ξένους «σωτήρες» μας ελεύθερο πεδίο δράσης, εξουδετερώνοντας τις λαϊκές αντιδράσεις με την ανάπτυξη φοβικών συνδρόμων περί ολικής οικονομικής καταστροφής αν δεν ακολουθήσουμε πειθήνια τις μνημονιακες εντολές.
Πρόκειται για τη «λογική» του Δ.Ν.Τ. , της τρόικας και των τοποτηρητών [gauleiter, όπως ελέγοντο επί χιτλερισμού] της Κας Μέρκελ. Μια «λογική» κάθετης συρρίκνωσης των λαϊκών εισοδημάτων και εξώνησης αντί πινακίου φακής όλων των πλουτοπαραγωγικών πηγών της χώρας σε ξένους «επενδυτές».
Για μία ακόμη φορά οι ανεγκέφαλες«κεφαλές του έθνους» απέδειξαν ότι δεν έχουν ίχνος πολιτικής εντιμότητας και προσωπικής αξιοπρέπειας, διότι αν είχαν θα έπρεπε να μας εξηγήσουν με τα«ελπιδοφόρα» μηνύματα τους γιατί η πολιτική που ακολουθήθηκε απέτυχε παταγωδώς σε όλα ανεξαιρέτως τα σημεία και γιατι παρ όλα αυτά συνεχίζουν ακάθεκτοι την ίδια τακτική.
Τουλάχιστον να μας έδιναν και ένα έστω παράδειγμα στον πλανήτη όπου το μίγμα αυτής της πολιτικής πέτυχε και να μας εξηγήσουν πώς και γιατί η η αποτίναξη αυτής της πολιτικής όπου εφαρμόστηκε [ κλασσικό παράδειγμα η γειτονική μας Τουρκία] οδήγησε σε ανάκαμψη.
Οι περίφημοι «τεχνοκράτες» ενώπιον των οποίων ευλαβώς υποκλίνονται οι πολιτικοί της πενταροδεκάρας απεδείχθη ό,τι δεν γνωρίζουν ότι και ένας πρωτοετής φοιτητής οικονομικών γνωρίζει,δηλαδή ότι ο στραγγαλισμός των εισοδημάτων επιταχύνει και βαθαίνει αναπόδραστατην ύφεση.
Αγνοούν οι κύριοι αυτοί , διότι διδάχθηκαν τα οικονομικά ως economics και όχι ως Πολιτική Οικονομία και στη διάρκεια της θητείας τους στη Διεθνή της ληστρικής κερδοσκοπίας , ότι στην κρίση του 29-30ʼ ο ντόκτορ Σαχτ, ο λόρδος Κέυνς, ο Ρούσβελτ με το New Deal- ακόμα και ο Ομπάμα σήμερα - ακολούθησαν τον δρόμο της αναθέρμανσης της οικονομίας με ενίσχυση της αγοραστικής δύναμης των μαζών.
Οι σημερινοί «τεχνοκράτες» στην πλειοψηφία τους αντίθετα , ταγμένοι στην υπηρεσία του διεθνούς τραπεζικού και χρηματοπιστωτικού παρασιτικού κεφαλαίου, αφού στάθηκαν ανίκανοι να αντιληφθούν ότι η λεγόμενη παγκοσμιοποίηση, που τόσο ύμνησαν , οδηγεί αναπόφευκτα όχι μόνο σε παγκόσμια κρίση, αλλά και σε κατάργηση της αυτονομίας της πολιτικής σε διεθνή κλίμακα, που την καθιστά όλο και περισσότερο υποχείρια των κέντρων αποφάσεων και χειρισμών του υπερεθνικού παρασιτικού κεφαλαίου.
* * *
Στη χώρα μας ιδιαίτερα κυριάρχησαν πολιτικά ανθρωπάρια του τύπου Γ. Παπανδρέου, που σε σύμπραξη με άλλα «ηγετικά»στελέχη είδαν την κρίση μόνο ως δημοσιονομικό πρόβλημα, που μπορεί να αντιμετωπισθεί με πτώχευση του λαού και μαζική ανεργία, μία αντιμετώπιση που συνιστά υποθήκη του μέλλοντος του έθνους για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα.
Μία υποθήκευση οικονομική στη βάση της, που όμως συνεπάγεται μια τεράστια αιμορραγία λόγω της μετανάστευσης του αξιολογότερου δυναμικού της χώρας [την Τρίτη μέσα σε έναν αιώνα!!] και συνεπακόλουθα την ακόμη μεγαλύτερη πτώση της γεννητικότητας.
Βρισκόμαστε κατά συνέπεια σε μια μειοδοτική και αντεθνική άσκηση πολιτικής και γι αυτό η οργανωμένη αντίδραση απέναντί της συνιστά υπέρτατο και άμεσο πατριωτικό καθήκον.
Ποίες όμως κατευθύνσεις πρέπει να πάρει η αντίδραση αυτή;;;
Τις ακόλουθες:
Πρώτο, την καταγγελία και την κατάργηση του μνημονίου, που καθιερώνει ένα είδος ληστρικού δανεισμού σε βάρος της χώρας, χωρίς να διευκολύνεται στο παραμικρό η οικονομία της χώρας,
Δεύτερο, την άμεση και επίσημη στάση πληρωμών των ξένων δανείων ως επαχθών, όπως έκανε ο Ισημερινός.
Τρίτο, την αναζήτηση άλλων πηγών δανειοδότησης με απείρως ευνοϊκότερους όρους, που είναι διαθέσιμες, αλλά οι αγοραίες «κεφαλές» του έθνους θέλουν να αγνοούν,
Τέταρτο, Την άμεση κήρυξη της ελληνικής Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης με ταχύτατη εκπόνηση των όρων αξιοποίησής της όπως έκανε η Κύπρος,
Πέμπτο, Την επαναφορά της απαίτησης εξόφλησης των γερμανικών πολεμικών αποζημιώσεων.
Έκτο, την ταχύτατη επενδυτική δραστηριοποίηση του κράτους σε έργα υποδομής,
Έβδομο, τη δικαστική διερεύνηση όλων ανεξαιρέτως των ελληνικής ιδιοκτησίας οφσορ εταιριών και το άνοιγμα των λογαριασμών Ελλήνων καταθετών στην Ελβετία, την Κύπρο ή όπου αλλού,
Όγδοο, την ενίσχυση του ρόλου και των αρμοδιοτήτων των οικονομικών εισαγγελέων.
* * *
Ορθώς τονίζεται ότι ο πολιτικός κόσμος της μεταπολίτευσης εξόφλησε οριστικά και οι όποιοι δουλόφρονες δηλώσεις υποτέλειας προς τους ευρωπαίους και διεθνείς επικυρίαρχους δεν τον σώζουν,
Η κρίση έχει και τα καλά της , διότι αποκαλύπτει το πόσο ανήμπορα και δειλά ανδρείκελα λυμαίνονται την εξουσία και αναγκάζει τους πρωτεργάτες της κλεπτοκρασίας να μιλάνε για πρώτη φορά για την αναγκαιότητα μεταρρυθμίσεων , που οι ίδιοι αυτοί επί δεκαετίες απέφυγαν επιμελώς να κάνουν.
Ο ελληνικός λαός απέδειξε ήδη ότι δεν τελεί «εν υπνώσει» όπως πίστευαν οι λυμεώνες της εξουσίας και του πλούτου της χώραςʼ αυτά που θα ακολουθήσουν δεν πρόκειται να ανασχεθούν από τις τρομολαγνικές δηλώσεις των πολιτικών «αρχόντων» της χώρας. Αυτοί έχασαν την έξωθεν καλή μαρτυρία και η απώλεια αυτής είναι οριστική.

Πέμπτη 5 Ιανουαρίου 2012

Η δύναμη της μετάνοιας

Η δύναμη της μετάνοιας






Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου*

Τέκνα εν Κυρίω αγαπητά, μετάνοια είναι, νομίζω ταπεινά, να προσπαθώ να μάθω να αγαπώ τον Θεό μου και τον πλησίον μου, έχοντας επίγνωση των προσωπικών μου παθών και λαθών.



Αυτό σημαίνει πως θα πρέπει να έχουμε έγνοια και καλή αγωνία για το πως συγχωρούμε, πως εξομολογούμαστε, πως μετανοούμε. Αυτή η στάση, προϋποθέτει την τόλμη να βλέπουμε τα λάθη μας, τα πάθη μας, τις αμαρτίες μας. Τα οποία δεν είναι αφηρημένα. Είναι πολύ συγκεκριμένα! Έχουν όνομα! Δεν είναι γενικά και αόριστα: «Ε, είμαι αμαρτωλός, διάβασε μου παπά και μιαν ευχή».



Η μετάνοια είναι ένα κοίταγμα στον εαυτό μας. Στην ιδιαίτερή μας κάμαρη, μέσα στην καρδία μας να μαζέψουμε τον νου μας και να ταπεινωθούμε. Καρδίαν δε «συντετριμμένην και τεταπεινωμένην, ο Θεός ουκ εξουδενώσει», όπως μας βεβαιώνει ο 50ος Ψαλμός του Δαυίδ, που είναι ψαλμός μετανοίας. Η ταπείνωση αποτελεί προϋπόθεση στην μετάνοιά μας.

Μπορούμε να μετανοούμε όχι μόνο όταν θα πάμε να εξομολογηθούμε η να κοινωνήσουμε, αλλά καθημερινά, στην προσευχή μας. Εύκολο είναι σήμερα να πάμε σε ένα παπά να εξομολογηθούμε την ζωή μας. Είναι ίσως δύσκολο για κάποιους μεγαλύτερης ηλικίας ανθρώπους που έχουν μέσα τους μια παρεξηγημένη αντίληψη για το τι είναι αξιοπρέπεια και τι είναι ντροπή. Οι νεότεροι εύκολα εξομολογούνται και αυτό είναι ένα κατόρθωμα της νέας γενιάς. Όμως δεν αρκεί αυτό. Η Εκκλησία μας, μας θέλει να έχουμε συνεχή μετάνοια. Η μετάνοια μας δίνει την συγχώρεση και η εξομολόγηση στον πνευματικό μας, μας δίδει την άφεση των αμαρτιών.



Να ψάχνουμε, λοιπόν, που υστερήσαμε στις εντολές του Χριστού, αφού όλοι υστερούμε. Είναι σημαντικό να το κάνουμε αυτο, εάν είναι δυνατό κάθε μέρα. Πρώτα και κύρια να είμαστε ειλικρινείς με τον εαυτό μας και με τον Θεό μας. Αυτό το κάτι να το βρούμε. Και αυτό λέγεται στην γλώσσα της θεολογίας «επίγνωσις». Το οποίο σημαίνει να αναγνωρίσω σε τι υστερεί ο εαυτός μου. Που λυπώ τον Θεό μου και που δεν μπορώ να αγαπήσω και να συγχωρήσω τον διπλανό μου, τον πλησίον μου;



Πρακτικά, αυτό τι σημαίνει; Δεν χρειάζεται να πάμε πολύ μακριά. Πόσο προσεύχεται η σύζυγος για τον σύζυγο και αντιστρόφως; Πόσο προσευχόμαστε για τα παιδιά μας, για τα αδέλφια μας, για τους γειτόνους μας, για τους συγχωριανούς μας, για τους αρρώστους μας, για τους ανθρώπους που μας στεναχωρούν και μας αδικούν και για τους νεκρούς μας; Εάν έχουμε αυτή την δύναμη να συνομιλούμε εύκολα με τον Χριστό, με την Παναγία και με τους Αγίους μας για όλους αυτούς που προαναφέραμε, ήδη αρχίσαμε να μπαίνουμε στο πνεύμα της μετάνοιας. Αν θέλουμε να δούμε πόσο μετανούμε, θα πρέπει να δούμε πόσο προσευχόμαστε για τον πλησίον μας, πόσο είμαστε σπλαχνικοί γι' αυτόν. Εάν δεν υπάρχει ευσπλαχνία, όσες προσευχές και να κάνουμε, όσους μεγάλους σταυρούς και να κάνουμε, όσες νηστείες, η ευσέβειά μας είναι ψεύτικη. Είμαστε πολύ μακριά, ακόμη, από το βαθύ νόημα της άσκησης. Ο μεγαλύτερος εχθρός της μετάνοιας είναι ο ευσεβισμός.



Για να ξεκουράζεται η ψυχή και το σώμα χρειάζεται μετάνοια. Η μετάνοια θέλει επίγνωση και η επίγνωση θέλει πρώτα εξαγόρευση εκεί στο δωμάτιο μας και στις εκκλησιές και στα εξωκκλήσια μας.



Οι ακολουθίες της Εκκλησίας μας αυτόν τον στόχο έχουν, να μας εισαγάγουν δηλαδή σε βάθος μετανοίας, να μας οπλίσουν με την τόλμη να βλέπουμε τον πραγματικό μας εαυτό. Μέσα στην προσπάθεια μας να τηρήσουμε τις άγιες εντολές του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, διαπιστώνουμε με έκπληξη ότι δεν τα καταφέρνουμε, έστω και αν νηστεύουμε, έστω και αν εξομολογούμαστε. Διαπιστώνουμε ότι υστερούμε σε πολλά, ότι υπολοιπόμεθα πάρα πολύ εν σχέσει με τους Αγίους μας. Όταν έτσι αισθανόμεθα, είμαστε σε ορθόδοξο δρόμο! Γι' αυτό πρέπει να αξιοποιούμε την κάθε στιγμή που μας δίνεται για να αποκτήσουμε αυτογνωσία, αυτομεμψία, αυτοκατάκριση του εαυτού μας. Αλλά χωρίς να χάνουμε το θαρρος μας στο έλεος του Θεού.



Εάν έχουμε την τόλμη να βλέπουμε αυτήν την άθλια πλευρά του εαυτού μας χωρίς να χάνουμε την πίστη μας, χωρίς να χάνουμε την ελπίδα μας στο έλεος του Θεού και να μετανοούμε παρόλο που βλέπουμε τον εμπαθή εαυτό μας, τότε βρισκόμαστε σε καλό δρόμο.



Η ησυχία μας ανοίγει τους δρόμους που μας βοηθούν να ζήσουμε καλύτερα την εργασία καλλιέργειας της προσευχής και προπαντός της μετάνοιας μας. Είναι πολύ απαραίτητη στη ζωή μας, τόσο η εξωτερική ησυχία από τους θορύβους, όσο και η εσωτερική από τα πάθη. Όταν έχουμε ευκαιρίες ησυχίας πρέπει να τις αξιοποιούμε, ιδιαίτερα την ησυχία της νύχτας. Μην καταναλώνουμε την νύχτα μας βλέποντας συνεχώς τηλεόραση η και με άσκοπη χρήση του ηλεκτρονικού υπολογιστή. Να μαζεύουμε τον νου μας, ιδιαίτερα τα ήσυχα βράδια και να θυμόμαστε τα δικά μας λάθη. Όχι τα λάθη του άλλου. Τα δικά μας πάθη που είναι μια ενέργεια που συνεχώς ανακυκλώνεται μέσα μας. Αυτό λέγεται επίγνωσις. Μαθαίνουμε δηλαδή ποιά είναι τα προβλήματα, ποιές οι αρρώστιες της ψυχής μας, κατά τι παραβήκαμε τις εντολές και τους λόγους του Χριστού.



Ο καθένας μας έχει κάποιες συγκεκριμένες, ιδιαίτερες και προσωπικές αρρώστιες και ο καθένας μας μπορεί να έχει τελείως διαφορετικά πάθη και λάθη από τον άλλο. Να τα αναγνωρίσουμε, να τα αποδεχτούμε. Επειδή δεν μπορούμε μόνοι μας να τα ξεριζώσουμε, ούτε να τα μειώσουμε. Να ζητήσουμε το έλεος, την βοήθεια, του Θεού. Έτσι αρχίζει η μετάνοια στον Χριστιανό. Όταν έχουμε επίγνωσιν, μετά αρχίζουμε να μιλούμε στον Χριστό σε πρώτο πρόσωπο: «Χριστέ μου, θεράπευσε την ψυχή μου που είναι γεμάτη ζήλεια, που είναι γεμάτη φθόνο», άλλος θα πει: «που είναι γεμάτη θυμό», άλλος θα πει: «που είναι γεμάτη αισχρότητα», άλλος θα πει: «που είναι γεμάτη από φιλαργυρία και τσιγκουνιά». Εκείνον που στεναχωρήσαμε με την κατάκρισή μας, με το θυμό μας η με την ειρωνεία μας να τον φέρνουμε στον νου μας και να του ζητούμε νοερά συγγνώμη. Έτσι μαθαίνουμε την μεγάλη αρετή, που είναι παιδί της μετάνοιας, τη συγχωρητικότητα. Όταν ζούμε τη συγχωρητικότητα, έχουμε μέσα μας έλεος. Η ψυχή μας εύκολα ελεεί, εύκολα λέγει καλή κουβέντα για τον διπλανό. Προσέξτε πόσο εύκολα κατηγορούμε, πόσο εύκολα απαριθμούμε τα λάθη του άλλου, έστω και αν οι αρετές του υπερτερούν αυτών.



Μετά την επίγνωση, λοιπόν, έρχεται η μετάνοια. Και μετά την μετάνοια έρχεται κάτι πιο δυνατό, έρχεται η ευσπλαχνία. Γινόμαστε σπλαχνικοί. Τι σημαίνει ευσπλαχνία; Να αποκτήσουμε καλά σπλάχνα, καλοσύνη δηλαδή, συγχωρητικότητα. Χρειάζεται, όμως, να υπάρχει θέληση και διάθεση, και ας συνεχίζουμε να διατηρούμε τα χάλια μας. Την αμαρτία δεν πρέπει να την φοβόμαστε. Η αμαρτία, μας είναι πολύ χρήσιμη, διότι μας δημιουργεί τις αφορμές για μετάνοια, φτάνει εμείς να θέλουμε. Όπως τολμηρά λέει ο Γέροντας Παΐσιος: «Οι πολύ αμαρτωλοί, αν γνωρίσουν τον εαυτό τους, έχουν φυσιολογικά και πολύ υλικό για ταπείνωση. Η κάθε πτώση είναι φυσικά πτώση, αλλά είναι και υλικό για ταπείνωση και προσευχή. Οι αμαρτίες αν αξιοποιηθούν για ταπείνωση, είναι σαν την κοπριά που ρίχνουμε στα φυτά. Γιατί να μην χρησιμοποιήσει λοιπόν κανείς αυτό το υλικό, για να λιπάνει το χωράφι της ψυχής του, για να γίνει γόνιμο και να καρποφορήσει; ». Το παράδοξο με τα πάθη μας, είναι το εξής: όταν τα χρησιμοποιήσουμε ταπεινά και αρχίσουμε να ζητούμε το έλεος του Θεού για να τα μειώσει και σιγά σιγά να τα εξαφανίσει, αυτή η προσπάθεια γίνεται πηγή μεγάλης χαράς. Μας επισκέπτεται το Άγιο Πνεύμα, απότομα πολλές φορές, σε στιγμή που δεν το περιμένουμε.



Και μόνο να έχουμε διάθεση για μετάνοια, να έχουμε διάθεση για να τηρήσουμε τις εντολές του Χριστού και ας μην τα καταφέρνουμε, αυτή η διάθεση είναι ενέργεια του Αγίου Πνεύματος.



Είχα ένα γέροντα λεπρό, τον γέροντα Ευμένιο, ο οποίος έλεγε: «Χριστέ μου, θέλω να σε θέλω πιο πολύ. Βοήθα με να σε θέλω πολύ, Εσύ μπορείς...», έλεγε: «Χριστέ μου, θέλω να σε αγαπώ όλο και περισσότερο και στο πρόσωπο των συνανθρώπων μου να σε βλέπω εσένα, αλλά δεν τα καταφέρνω. Φαίνεται, θέλω λίγο. Βοήθα με να σε θέλω περισσότερο και να θέλω τους συνανθρώπους μου περισσότερο, να τους συγχωρώ περισσότερο, να τους αγαπώ πιότερο».



Εξάλλου, ο ίδιος ο Χριστός είπε, «άνευ εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν». Εμείς νομίζουμε ότι θα αλλάξουμε και θα βελτιώσουμε τον εαυτό μας με τις δικές μας δυνάμεις. Αυτές είναι τεχνικές και άθελα μας βγάζουμε τον Χριστό άπό τη ζωή μας. Και φορτώνουμε και πολύ τον εαυτό μας, τον δυσκολεύουμε, τον θλίβουμε σε σημείο κατάθλιψης, ενώ η προσευχή της μετάνοιας μας βοηθά να μην είμαστε ποτέ μόνοι μας, συνεχώς βλέπουμε και μιλούμε με τον Χριστό. Ο Χριστός πέμπει το Άγιο Πνεύμα, που είναι το «καθαριστήριο», γι' αυτό και όλες οι ακολουθίες αρχίζουν με το:



«Βασιλεύ ουράνιε, Παράκλητε, το Πνεύμα της αληθείας, ο πανταχού παρών, και τα πάντα πληρών, ο θησαυρός των αγαθών, και ζωής χορηγός, ελθέ και σκήνωσον εν ημίν, και καθάρισον ημάς από πάσης κηλίδος, και σώσον, Αγαθέ, τας ψυχάς ημών˙ Αμήν».



Αυτή είναι προσευχή στο Άγιον Πνεύμα. Δουλειά του Αγίου Πνεύματος είναι να μας ελευθερώνει και να μας καθαρίζει από την αμαρτία, είτε δική μας είτε κληρονομική. Γι' αυτό και Του λέμε, «ελθέ και σκήνωσον εν ημίν, και καθάρισον ημάς από πάσης κηλίδος». Το Άγιο Πνεύμα μας πιάνει από το χεράκι και μας πάει στην Εκκλησία που είναι το Σώμα του Χριστού και εκεί κοινωνούμε τον ίδιο τον Χριστό, το Σώμα Του και το Αίμα Του, «εις άφεσιν αμαρτιών και ζωήν αιώνιον». Εκεί παίρνουμε την Χάρη, την Ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, τους καρπούς του Αγίου Πνεύματος: την Αγάπη, την Χαρά, την Ειρήνη, την Πραότητα, την Καλοσύνη, την Πίστη, την Εγκράτεια... και δεν τελειώνει η ζωή της Αγίας Τριάδος στο Άγιο Πνεύμα και στον Χριστό, υπάρχει και ο Θεός Πατέρας. Στον Θεό Πατέρα μας οδηγει ο Υιός Του, ο Χριστός δηλαδή. Και ο Θεός Πατέρας μας υιοθετεί, αφού γινόμαστε αδέλφια του Χριστού ενωμένοι με το Σώμα Του και το Αίμα Του. Αυτό σημαίνει όταν ακούμε τον ιερέα να λέει με δυνατή φωνή προς το τέλος της Θείας Λειτουργίας στο Θεό Πατέρα: «Και καταξίωσον ημάς, Δεσποτα, μετά παρρησίας, ακατακρίτως, τολμάν επικαλείσθαι σε τον επουράνιον Θεόν Πατέρα, και λέγειν». Ακολουθεί το, «Πατερ ημών, ο εν τοις ουρανοίς, αγιασθήτω το ονομά σου˙ ελθέτω η βασιλεία σου˙ γενηθήτω το θέλημά σου ως εν ουρανώ και επί της γης˙ τον άρτον ημών τον επιούσιον δος ημίν σήμερον˙ και άφες ημίν τα οφειλήματα ημών, ως και ημείς αφίεμεν τοις αφειλέταις ημών˙ Και μη εισενέγκης ημάς εις πειρασμόν, αλλά ρύσαι ημάς από του πονηρού».



Ακολούθως ο ιερέας δοξάζει όλη την Αγία Τριάδα που γνωρίσαμε με τρόπο μυστικό και μυστήριο μέσα στην Θεία Λειτουργία. Λέει ο ιερέας εκ μέρους όλων μας: «Ότι σου εστιν η βασιλεία και η δύναμις και η δόξα, του Πατρός, και του Υιού, και του Αγίου Πνεύματος, νύν και αεί, και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.»



Όλα αυτά τα εξαίσια και ωραία για να τα ζήσουμε και να τα απολαύσουμε σε βάθος, έχουν ως μοναδική προϋπόθεση την μετάνοια που αρχίζει μέσα στην καρδία μας, μέσα στο δωμάτιο μας, στο κελί μας, μέσα στον αμαρτωλό εαυτό μας, αρκεί να δούμε τα κάρβουνα και τα κούτσουρα που έχουμε μέσα μας και να καλέσουμε τον Τριαδικό Θεό, που είναι «πυρ καταναλίσκον», να στείλει την φωτιά Του, να τα ανάψει. Η φωτιά όμως παράγει και Φως, το Φως του Χριστού που είναι το «Φωτηστήριο», και το Φως έρχεται και φωτίζει την ψυχή μας και φωτίζονται και αυτοί που βρίσκονται γύρω μας. Μια πολύ ωραία προσευχή στον Χριστό είναι η ακόλουθη:



«Χριστέ, το Φώς το αληθινόν, το φωτίζον και αγιάζον πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον κόσμον, σημειωθήτω εφ' ημάς το φως του προσώπου σου, ίνα εν αυτώ οψόμεθα φως το απρόσιτον˙ και κατεύθυνον τα διαβήματα ημών προς εργασίαν των εντολών σου, πρεσβείαις της παναχράντου σου Μητρός και πάντων σου των Αγίων. Αμήν.»,



και η ευχή:



«Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με τον αμαρτωλόν».



Με αυτό τον τρόπο συμμετέχει στην μετάνοιά μας σύνολη η Αγία Τριάδα και κάνουμε τον Θεό οικείο στη ζωή μας.



Σήμερα, στην μοντέρνα εποχή, πολλοί νομίζουν ότι όλα αυτά, δηλαδή η πραγματική ξεκούραση και ο πλούτος του σώματος και της ψυχής μας, μπορούν να γίνουν με την ψυχανάλυση. Η πολλή ανάλυση, όμως, φέρνει διάλυση. Άλλοι νομίζουν ότι πρέπει να κατανοήσουμε την Λειτουργία μεταφράζοντάς την για να καταλαβαίνει η λογική μας περισσότερο τον Θεό. Τον Θεό και τον εαυτό μας δεν τον καταλαβαίνουμε με λέξεις και νοήματα αλλά με την μετάνοια και το Φως του Χριστού. Το έλεος του Θεού θέλει η ψυχή μας και την δόξα Του που είναι αιώνια. Η ψυχή του κάθε ανθρώπου ποθεί το αιώνιο, το αληθινό, το ωραίο, την δόξα, τον πλούτο των χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος. Και όλα αυτά τα ψάχνουμε πολλές φορές αλλού, σε χώρους που μπορεί να μας δώσουν κάτι, αλλά κάτι στιγμιαίο. Αν όμως συνδέσουμε αυτή τη δίψα με τον Τριαδικό Θεό, τότε θα λάβουμε ύδωρ αιώνιο, αθάνατο. Ενωνόμεθα με Αυτόν, γινόμεθα άγιοι, ισχυροί και αθάνατοι. Γι' αυτό και οι Άγγελοι ψάλλουν στον Θεό το «Άγιος ο Θεός, Άγιος Ισχυρός, Άγιος Αθάνατος, ελέησον ημάς».



Ο Τριαδικός Θεός θέλει να μοιράζεται μαζί με τους ανθρώπους την ζωή Του, τον τρόπο ύπαρξής Του. Η ζωή Του να γίνει ζωή μας. Αυτό είναι το ήθος των Αγίων μας, το ήθος της Εκκλησίας μας.



Η μετάνοια, λοιπόν, είναι η ποιότητα της πνευματικής ζωής κάθε ορθόδοξου χριστιανού. Και θέλει χώρο και χρόνο.






Δευτέρα 2 Ιανουαρίου 2012

Φώτης Κόντογλου - Ὁ χρόνος, ὁ φθονερὸς γέρων








Ιησούς Χριστός, χθες και σήμερον ο αυτός



Ὁ καιρὸς εἶναι ἕνα πρᾶγμα ἄπιαστο καὶ κατὰ βάθος ἀκατανόητο. Τὸ μυαλό μας κ᾿ ἡ καρδιά μας τὸν νοιώθουνε ἀπὸ τὶς ἀλλαγὲς ποὺ γίνονται στὸν κόσμο. Μὰ κάποιες ἀλλαγὲς μπορεῖ νὰ γίνουνε πολὺ γρήγορα, ἀπὸ μιὰ μέρα σὲ ἄλλη, ὅπως ἡ παραμόρφωση τοῦ ἄνθρωπου ποὺ γίνεται ἀπὸ τὴν ἀρρώστεια, ἢ ἕνας ξαφνικὸς θάνατος ποὺ μέσα σὲ μιὰ στιγμὴ κάνει τὸν ἄνθρωπο ἕνα ἀγνώριστο κουφάρι. Τὸν καιρὸ τὸν νοιώθουμε πιὸ δυνατὰ ἀπὸ τὸ πάλιωμα κι ἀπὸ τὸ γῆρας, ποὺ ἀλλάζουνε τὰ νεαρὰ καὶ τὰ ζωντανὰ πλάσματα, κι αὐτὴ τὴν ἀλλαγὴ τὴν καταλαβαίνουμε σκληρά. Τὸν νοιώθουμε κι ἀπὸ τὴν καινούργιεψη τοῦ κόσμου, μὰ πιὸ δυνατὰ τὸν νοιώθουμε ἀπὸ τὴ φθορά· καὶ τὸν νοιώθουμε ἀπ᾿ αὐτὴ πιὸ δυνατά, γιατὶ πονᾶμε, κι ὁ πόνος εἶναι πιὸ βαθὺς ἀπὸ τὴ χαρά.

Γι᾿ αὐτὸ στεκόμαστε περίφοβοι μπροστὰ στὸν καινούργιο χρόνο, μπροστὰ σ᾿ ἕνα τεχνητὸ χώρισμα, ποὺ βάλαμε στὸ πέλαγος τοῦ καιροῦ ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι, σὰν νὰ μὴν εἶναι ἡ κάθε μέρα ἀρχὴ καινούργιου χρόνου. Σ᾿ αὐτὸν τὸν ἀτελείωτον ὠκεανὸν δὲν ὑπάρχει μήτε νησί, μήτε στεριὰ γιὰ νὰ ἀράξεις. Τὰ ρεύματα σέρνουνε τὸ καράβι σου μέρα-νύχτα καὶ τὸ πᾶνε παραπέρα, εἴτε θέλεις εἴτε δὲν θέλεις, ὣς ποὺ νὰ σὲ πετάξουνε ἀπάνω σὲ μιὰ ξέρα, ἢ νὰ σὲ πᾶνε σ᾿ ἕνα λιμάνι ἀπ᾿ ὅπου δὲν θὰ ξαναβγεῖς πιά.



*Ὁ καιρὸς ἄρχισε μὲ τὴ δημιουργία τοῦ κόσμου. Πρὶν νὰ γίνει ὁ κόσμος μπορεῖ νὰ μᾶς φαίνεται πὼς θὰ ὑπῆρχε ὁ καιρός, ἀλλὰ αὐτὸ εἶναι μιὰ ἀπάτη τοῦ μυαλοῦ μας, γιατὶ ἀφοῦ δὲν ὑπῆρχε τίποτα ποὺ νὰ ἀλλάζει κ᾿ ἔτσι νὰ φαίνεται πῶς περνᾷ ὁ καιρός, πῶς ὑπῆρχε ὁ καιρός; Στὸ τίποτα δὲν ὑπάρχει καιρός. Πρὶν ἀπὸ τὴ δημιουργία ἤτανε «σκότος ἐπάνω τῆς ἀβύσσου» (Γένεσις α´, 2). Σκότος κι ἄβυσσος εἶναι ἔννοιες ποὺ φανερώνουνε τὸ τίποτα, τὴν ἀνυπαρξία. Παρακάτω εἶναι γραμμένο, στὸ βιβλίο τῆς Γενέσεως: «Καὶ διεχώρισεν ὁ Θεὸς ἀναμέσον τοῦ φωτὸς καὶ ἀναμέσον τοῦ σκότους. Καὶ ἐκάλεσεν ὁ Θεὸς τὸ φῶς ἡμέραν, καὶ τὸ σκότος ἐκάλεσε νύκτα. Καὶ ἐγένετο ἑσπέρα, καὶ ἐγένετο πρωὶ ἡμέρα μία» (Γένεσ. α´, 4-5). Μόλις ἔγινε τὸ φῶς ἄρχισε κι ὁ καιρός, «ἐγένετο πρωῒ ἡμέρα μία».

Ἡ θρησκεία μας αὐτὸν τὸν κόσμο ποὺ βλέπουμε τὸν λέγει «παρόντα αἰῶνα». Σ᾿ αὐτὸν τὸν «αἰῶνα» ὑπάρχει ὁ χρόνος, ἐνῷ στὸν «μέλλοντα αἰῶνα» δὲν θὰ ὑπάρχει, ἀλλὰ θὰ καταργηθεῖ, ἂν καὶ λέγεται «αἰώνας». Ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέγει: «Σοφίαν δὲ λαλοῦμεν ἐν τοῖς τελείοις, σοφίαν δὲ οὐ τοῦ αἰῶνος τούτου, οὐδὲ τῶν ἀρχόντων τοῦ αἰῶνος τούτου, τῶν καταργουμένων» (Α´ Κορινθ. β´, 6). Δηλαδή, τοῦτος ὁ κόσμος κι ὅσοι τὸν πιστεύουνε, ἤγουν οἱ σαρκικοὶ ἄνθρωποι, «καταργοῦνται», φθείρονται καὶ ἀπὸ τὸν χρόνο πεθαίνουνε. Ἐνῶ στὸν «μέλλοντα αἰῶνα» οἱ δίκαιοι θὰ γίνουνε ἄφθαρτοι κατὰ τὴν Δευτέρα Παρουσία. Ὁ ἴδιος θεόπνευστος ἀπόστολος λέγει τοῦτα τὰ φοβερὰ λόγια, γι᾿ αὐτὴ τὴν ἀλλαγή: «Ἰδού, μυστήριον ὑμῖν λέγω. Πάντες μὲν οὖν κοιμηθησόμεθα, πάντες ἀλλαγησόμεθα, ἐν ἀτόμῳ, ἐν ριπῇ ὀφθαλμοῦ, ἐν τῇ ἐσχάτῃ σάλπιγγι (Α´ Κορινθ. ιε´, 51). Μιλώντας γιὰ τὴν καταστροφὴ τούτου τοῦ κόσμου, γράφει: «Εἴτε προφητεῖαι καταργηθήσονται, εἴτε γλῶσσαι, παύσονται, εἴτε γνῶσις καταργηθήσεται. Ἐκ μέρους γὰρ γινώσκομεν καὶ ἐκ μέρους προφητεύομεν· ὅταν δὲ ἔλθη τὸ τέλειον, τότε τὸ ἐκ μέρους καταργηθήσεται» (Α´ Κορινθ. ιγ´, 8). Τὸ «τέλειον» θὰ εἶναι ἄφθαρτο, κ᾿ ἡ ἀφθαρσία καταργεῖ τὸν χρόνο. Στὸν «μέλλοντα αἰῶνα» δὲν ὑπάρχει οὔτε γέννα, οὔτε θάνατος.

Γιὰ τοὺς πολλοὺς ἀνθρώπους αὐτὰ εἶναι ἀσύστατες φαντασίες, ποὺ τὶς πιστεύουνε μοναχὰ «οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι». Μὰ αὐτοὶ ποὺ τὰ λένε αὐτὰ εἶναι γιὰ λύπη, κατὰ τὸν ἀπόστολο Παῦλο: «Ἂν ἐλπίζουμε, λέγει, μοναχὰ σὲ τούτη τὴ ζωή, εἴμαστε οἱ πιὸ ἐλεεινοὶ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους». Γιατὶ μὲ ὅποια ἐλπίδα κι ἂν ξεγελασθοῦμε, καὶ μὲ ὅση ἀδιαφορία κι ἂν ἀρματωθοῦμε, θά ῾ρθει μιὰ μέρα ποὺ θὰ δοῦμε, θέλοντας καὶ μὴ θέλοντας, τὴ φθορὰ ποὺ μᾶς ζώνει σὰν πλημμύρα ἀπὸ παντοῦ, καὶ θὰ τρομάξουμε.

*Γύρω μας τὰ πάντα ἀλλάζουνε, μέρα μὲ τὴν μέρα. Τὰ πρόσωπα παραμορφώνουνται, τὰ κορμιὰ σακατεύουνται, τὰ μάτια θολώνουνε, ὅλα βουλιάζουνε μέσα σ᾿ ἕνα βουβὸ χάος. Ἡ φθορά! Καὶ πιὸ ζωηρὰ μᾶς χτυπᾶ αὐτὸ τὸ ξέφτισμα τοῦ κόσμου καὶ μᾶς κάνει νὰ συλλογισθοῦμε τὴ ματαιότητά μας στὴν ἀρχὴ τοῦ καινούργιου χρόνου.

Οἱ Ρωμαῖοι παριστάνανε τὸν πρῶτο μήνα μὲ τὴ ζωγραφιὰ τοῦ Ἰανοῦ ποὺ εἶχε δυὸ πρόσωπα, ὁποὺ ἤτανε γυρισμένα ἀπὸ τὶς δυὸ μεριές, (κι ἀπ᾿ αὐτό, τὸν βγάλανε Ἰανουάριο). Τὸ ἕνα πρόσωπο ποὺ παρίστανε τὸν περασμένο χρόνο ἤτανε γερασμένο, καὶ τ᾿ ἄλλο ποὺ παρίστανε τὸν καινούργιο χρόνο ἤτανε νεαρό. Οἱ πιὸ πολλοὶ ποὺ μιλᾶνε γιὰ τὴν πρωτοχρονιά, σᾶς δείχνουνε τὸ νεαρὸ πρόσωπο. Ἐγὼ σᾶς δείχνω τὸ γέρικο. Δὲν τὸ κάνω γιὰ νὰ σᾶς κακοκαρδίσω, ἀλλὰ γιατὶ πιστεύω πὼς ὁ ἄνθρωπος ποὺ δὲν ξεγελιέται, ἀλλὰ ποὺ βλέπει τὴν ἀδυναμία του καὶ τὴν ματαιότητα τοῦ κόσμου, εἶναι κερδισμένος, ἐπειδὴ γίνεται πιὸ χριστιανός, δὲν παραδίνεται στὶς ἡδονὲς ποὺ χαλᾶνε τὴν ψυχή του, λιγοστεύει τὸν ἐγωισμό του, συμπονᾶ τοὺς δυστυχισμένους, ταπεινώνεται, συντρίβεται, ἀποζητᾶ προστασία κι ἁπλώνει τὰ χέρια του στὸν Χριστὸ ποὺ εἶναι ὁ Ἄφθαρτος, ποὺ δίνει τὴν ἀφθαρσία, (Α´ Τιμοθ. α´ 17), ὁ Βράχος (Α´ Κορινθ. ι´, 4), ὁ Πρῶτος καὶ ὁ Ἔσχατος (Ἄποκαλ. β´, 8), ὁ Ῥυόμενος (Ρωμ. ια´, 26), χθὲς καὶ σήμερον ὁ αὐτὸς καὶ εἰς τοὺς αἰῶνες (Ἑβρ. ιγ´, 8), καὶ ποὺ εἶπε: «Ἐγὼ εἰμὶ ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή» (Ἰω. ιδ´, 6), «Ἐγὼ εἰμὶ ἡ ἀνάστασις καὶ ἡ ζωή». (Ἰω. ια´, 25). «Ἐγὼ εἰμὶ τὸ Α καὶ τὸ Ω, ἀρχὴ καὶ τέλος» (Ἀποκαλ. α´, 8), « Ἐδόθη μοι πᾶσα ἐξουσία ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ γῆς» (Ματθ. κη´, 18), «Ὁ πιστεύων εἰς ἐμὲ κἂν ἀποθάνῃ, ζήσεται» (Ἰω. ια´, 26).

Read more: http://iereasanatolikisekklisias.blogspot.com/2011/12/blog-post_511.html#ixzz1iF7cfENM

Eκδόσεις Χρυσοπηγή

Ο ΑΓΙΟΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΤΟΥ ΣΑΡΩΦ.



 

Τρεις είναι οι αγιότερες και πιο οσιακές μορφές της Ορθοδοξίας τον Βορρά, ο Άγιος Θεοδόσιος του Κιέβου, ο Άγιος Σέργιος του Ραντονέζ και ο Άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ, τρία αστέρια ολοφώτεινα στο στερέωμα της Ρωσικής Ορθοδοξίας.



Ο Άγιος Σεραφείμ, νεώτερος των άλλων, έζησε, έδρασε και έλαμψε τον 18ον και 19ον αιώνα (1759— 1833). Γεννήθηκε στις 19 Ιουλίου του 1759 στην πόλη Κούρσκ και παρέμεινε εκεί μέχρι το 18ο έτος της ηλικίας του. Στην ηλικία αυτή πήρε τη γενναία απόφαση να αφοσιωθεί ολόψυχα στο Θεό και οδήγησε τα βήματα του στο Μο­ναστήρι του Σάρωφ.



Στην μοναχική του κουρά ονομάσθηκε Σεραφείμ — προηγουμένως είχε το όνομα Πρόχορος. Ένα έτος αργό­τερα χειροτονήθηκε Διάκονος και μετά έξι χρόνια, σε ηλικία 34 ετών, Ιερεύς. Όταν λειτουργούσε, πετούσε στα ουράνια, και πολλές φορές αξιωνόταν να βλέπει θαυμαστά οράματα και να ακούει αγγελικές μελωδίες.



Διψώντας να πλησιάσει περισσότερο τον Θεό παρα­κάλεσε να αποσυρθεί σε μια ερημική περιοχή. Έλαβε από τη Μονή την άδεια και επί πέντε χρόνια αφοσιώθηκε στη σιωπή, στην άσκηση, στην έντονη προσευχή. Βαθειά μέσα στο δάσος αγωνιζόταν να ανεβαίνει ημέρα με την ημέρα την κλίμακα που οδηγεί στον Ουρανό. Τότε έκανε και την γνωστή άσκηση, τις «χίλιες νύχτες προσευχής». Ανεβασμένος σε μια μεγάλη πέτρα επί χίλιες νύχτες ξαγρύπνησε προσευχόμενος.



Μαζί με την προσευχή διάβαζε ακατάπαυστα την Αγία Γραφή. «Πρέπει να τρέφεις, έλεγε, την ψυχή με τον λόγον του Θεού, διότι ο λόγος του Θεού είναι ο «άρ­τος των αγγέλων». Με αυτόν πρέπει να τρέφονται οι ψυ­χές που αγαπούν με πάθος τον Θεόν». Ευλαβείτο αφάνταστα την Θεοτόκο. Στο πρόσωπό Της εύρισκε ανέκφρα­στη πνευματική αγαλλίαση. Έλεγε συχνά, «η Παναγία είναι η χαρά, η μεγαλύτερη απ' όλες τις χαρές».



Με τις τόσες προσευχές και μελέτες και ασκήσεις έγινε κατοικητήριο του Αγίου Πνεύματος, γεμάτος χάρη και σοφία και πνευματική δύναμη. Απέκτησε φήμη αγίου και φωτισμένου ανδρός και ο κόσμος έτρεχε κοντά του να ξεδιψάσει. Στην αρχή απέφευγε τον κόσμο, αλλά αργό­τερα, το 1815, σε ηλικία 56 ετών, κατόπιν οράματος και προσταγής της Θεοτόκου, άνοιξε το κελλί του και δεχό­ταν τους πάντας. Τώρα πια άρχισε το έργο του «στάρετς», του πνευματικού καθοδηγητού.



Η δράση του ως «στάρετς» υπήρξε καταπληκτική. Εκατοντάδες χιλιάδες κόσμος έτρεχε κοντά του. Ανα­ρίθμητες ψυχές πήγαιναν να βρουν σ' αυτόν τη γαλήνη, τη χάρη, τη σωτηρία. Και όσοι δεν μπορούσαν να φθά­σουν μέχρι το κελλί του, τον κατέκλυζαν με επιστολές.



Οι επισκέπτες του εγύριζαν άλλοι άνθρωποι. Καθώς προσευχόταν γι’ αυτούς, καθώς τους ευλογούσε με το ση­μείο του Σταυρού, καθώς εμύρωνε το μέτωπό τους με λάδι από την κανδήλα της Παναγίας, καθώς τους έδινε πνευματικές συμβουλές.., μια μυστική δύναμη απλωνόταν στις ψυχές τους. «Οποιοσδήποτε ερχόταν στον στάρετς Σεραφείμ, ένοιωθε να τον εγγίζει η θεϊκή φλόγα που υπήρχε σ' αυτόν και να αγκαλιάζει την ψυχή του». Σ' ό­λους εμοίραζε ειρήνη, χαρά, θεϊκές ευλογίες.



Συνιστούσε συχνά την ειρήνη: «Απόκτησε την πνευ­ματική ειρήνη και τότε χίλιες ψυχές ολόγυρα σου θα βρουν τη λύτρωση». Σχετικά με τον προορισμό μας εδίδασκε: «Σκοπός του ανθρώπινου βίου είναι να αποκτή­σουμε μέσα μας το Άγιον Πνεύμα». Μιλούσε πολύ για την Ανάσταση του Χριστού. Χαιρετούσε τους επισκέ­πτες του με τα λόγια: «Χαρά μου, Χριστός ανέστη» ! Kαι κάθε φορά που κοινωνούσε, απήγγελλε τον πασχαλινό κα­νόνα «Αναστάσεως ημέρα...».



Για τα πνευματικά χαρίσματα που είχε, τι να πρωτοαναφέρουμε; Το μάτι του διέσχιζε τα βάθη των καρδιών. Είχε βλέμμα προφήτου. Προέβλεπε τα μέλλοντα. Απαν­τούσε σε επιστολές, χωρίς να τις ανοίξει, γιατί εγνώριζε το περιεχόμενο τους. Ήταν ακόμη και θαυματουργός. Εσκόρπιζε θεραπείες σε αρρώστους. Πολλές φορές το πρόσωπό του άστραφτε σαν ήλιος. Και μέσα στο δάσος, όταν ασκήτευε, είχε φιλίες με τα άγρια πουλιά και ζώα, και μάλιστα με μια πελώρια αρκούδα, που κάθε ήμερα ερχόταν να φιλοξενηθεί κοντά του! Ζωή προπτωτική, παραδεισένια!



Το πέρασμά του από τη γη θα μείνει αξέχαστο. Η Εκκλησία του Χριστού λίγες παρόμοιες μορφές εγνώρισε. Τα λόγια του και τα έργα του θα δυναμώνουν πάντα τους πιστούς.



Ο θάνατός του υπήρξε οσιακός. Ευρέθηκε (2 Ια­νουαρίου τον 1833) νεκρός, γονατισμένος, με τα μάτια του προσηλωμένα στην εικόνα της Θεοτόκου, ενώ την προηγουμένη ημέρα είχε κοινωνήσει των Αχράντων Μυ­στηρίων και είχε αποχαιρετήσει τους πατέρες του Μονα­στηριού. Άγιος ανεκηρύχθη επίσημα το 1903. Εορτάζει στις 2 Ιανουαρίου και στις 19 Ιουλίου. Η αγιότης του γίνεται συν τω χρόνω γνωστή σ' όλο το χριστιανικό κόσμο.



Οι πρεσβείες του είθε να μας ενισχύουν στο δρόμο της ζωής μας και το παράδειγμά του ας μας εμπνέει.







Σταχυολογήματα



* Όπου ευρίσκεται ο Θεός, εκεί δεν υπάρχει κακό. Όλα όσα απορρέουν από τον Θεόν, έχουν μέσα τους την ειρήνη και οδηγούν τον άνθρωπο προς την αυτοκατάκριση και ταπείνωση.



* «Η πίστις χωρίς των έργων νεκρά εστί» (Ιακώ­βου 6, 26). Η πραγματική πίστις δεν είναι δυνατόν να υπάρξει χωρίς τα έργα. Όποιος πραγματικά πι­στεύει, εκείνος οπωσδήποτε θα πράττει και καλά έργα.



* Εάν ο άνθρωπος από αγάπη προς τον Θεόν και χάριν της ενάρετου Ζωής δεν έχει περιττή μέριμνα για τον εαυτό του, πιστεύοντας ότι γι’ αυτόν φροντί­ζει ο Θεός, αυτή του η εμπιστοσύνη στην Πρόνοια του Θεού είναι και πραγματική και συνετή.



* Όποιος πραγματικά αγαπά τον Θεόν, θεωρεί τον εαυτό του ταξιδιώτη και ξένο στη γη αυτή. Στην επι­δίωξή του να ενωθεί με τον Θεόν, με το νου και την καρδιά του διαρκώς ατενίζει μόνον Αυτόν.



* Ο άνθρωπος που θα αποφασίσει να ζήσει την εσω­τερική ζωή, πρώτα απ' όλα πρέπει να έχει τον φόβο του Θεού που είναι και η αρχή της σοφίας.



* Ο νους του προσεκτικού ανθρώπου ομοιάζει με άγρυπνο φύλακα και φρουρό της εσωτερικής Ιερου­σαλήμ. Από το ύψος της πνευματικής ζωής βλέπει με το καθαρό του μάτι τα πέριξ και τις εντός της ψυχής του ενάντιες δυνάμεις, σύμφωνα με τα λόγια του Ψαλμωδού: «Και εν τοις εχθροίς μου επείδεν ο οφθαλμός μου» (Ψαλμ. νγ', 9).



* Ο άνθρωπος με την σάρκα του ομοιάζει με αναμ­μένο κερί. Το κερί είναι προορισμένο να λιώσει και ο άνθρωπος να πεθάνει. Η ψυχή του όμως είναι αθά­νατη, γι' αυτό και η μέριμνά μας πρέπει να στρέφεται περισσότερο για την ψυχή παρά για το σώμα: «Τι γάρ ωφελείται άνθρωπος, εάν τον κόσμον όλον κερδήση, την δε ψυχήν αυτού ζημιωθή; ή τι δώσει άνθρωπος αντάλλαγμα της ψυχής αυτού» (Ματθ. ιστ', 26).



* Εάν επιτρέψει ο Κύριος να δοκιμάσει ο άνθρωπος ασθένειες, τότε Εκείνος θα του δώσει και την δύναμη της υπομονής.



* Πρέπει να συνηθίσεις τον νου σου να κολυμβά στον νόμο του Κυρίου, κάτω από την καθοδήγηση του Οποίου να προσαρμόζεις και την ζωήν σου.



* Η ειρήνη της ψυχής αποκτάται διά των θλίψεων. Η Γραφή λέγει: «Διήλθομεν διά πυρός και ύδατος και εξήγαγες ημάς εις αναψυχήν» (Ψαλμ. ξε', 12).



* Τίποτε δεν συμβάλλει τόσο στην απόκτηση της εσω­τερικής ειρήνης, όσο η σιωπή και η συζήτησις με τον εαυτόν μας μάλλον, παρά με τους άλλους.



* Μπορείς, βλέποντας τον ήλιο με τους φυσικούς οφθαλμούς, να μη χαίρεσαι; Μα πόσο μεγαλύτερη χαρά θα νοιώθεις, όταν ο νους σου βλέπει με τους ε­σωτερικούς οφθαλμούς τον Ήλιο της δικαιοσύνης, τον Χριστόν;



* Για να διατηρήσεις την ψυχική ειρήνη πρέπει να διώχνεις από κοντά σου την αθυμία, να προσπαθείς να έχεις το πνεύμα της χαράς, να αποφεύγεις την κατάκριση των άλλων και να συγκαταβαίνεις στις αδυναμίες του αδελφού σου.



* Κάθε πρόοδο και επιτυχία σ' οποιοδήποτε τομέα της ζωής μας πρέπει να αποδίδουμε στον Κύριο και μαζί με τον προφήτη να λέμε: «Μη ημίν, Κύριε, μη ημίν, αλλ' ή τω ονόματι σου δός δόξαν» (Ψαλμ. ριγ',9).



* Κατά το τριακοστό πέμπτο έτος της ηλικίας, δηλα­δή στο ήμισυ της επιγείου ζωής, συμβαίνει να κάνει ο άνθρωπος μεγάλο αγώνα για την διατήρηση του εαυ­τού του. Πολλοί σ' αυτή την ηλικία δεν παραμένουν στην αρετή, ξεφεύγουν, και ακολουθούν τον δρόμον των επιθυμιών τους.



* Όποιος θέλει να σωθεί πρέπει να έχει την καρδιά του σε κατάσταση μετανοίας και συντριβής: «Θυσία τω Θεώ πνεύμα συντετριμμένον, καρδίαν συντετριμμένην και τεταπεινωμένην ο Θεός ουκ εξουδενώσει» (Ψαλμ. ν', 19).



* Όταν ο άνθρωπος προσπαθεί να έχει καρδιά τα­πεινή και λογισμό ειρηνικό, τότε όλες οι σκευωρίες του εχθρού μένουν ανενέργητες. Διότι όπου υπάρχει η ειρήνη των λογισμών, εκεί αναπαύεται ο Ίδιος ο Θεός: «Εν ειρήνη ο τόπος Αυτού» (Ψαλμ. οε', 3).



* Η απελπισία είναι η μεγαλύτερη χαρά του διαβό­λου. Είναι αμαρτία θανάσιμη.



* Προτού ακούσεις τον άλλον δεν πρέπει να απαν­τάς. «Ος αποκρίνεται λόγον πριν ακούσαι, αφροσύνη αυτώ εστί και όνειδος» (Παροιμ. ιη', 13).



* Όταν ο άνθρωπος δεχθεί κάτι το θεϊκό μέσα του, η καρδιά του χαίρεται. Όταν αντιθέτως δεχθεί κάτι το διαβολικό τότε συγχύζεται και ταράζεται.



* Όποιος υποφέρει την ασθένεια του με υπομονή και ευγνωμοσύνη προς τον Θεό, στεφανώνεται σαν μάρτυς και αγωνιστής.



* Πρέπει να προσπαθούμε να είμεθα ελεύθεροι από τους ακάθαρτους λογισμούς, ιδιαιτέρως όταν προσευχόμεθα προς τον Θεό. Διότι δεν είναι δυνατόν να συνυπάρχουν η δυσοσμία με την ευωδία.



* Εάν εμείς δεν συμφωνούμε με τους κακούς λογι­σμούς, που προέρχονται από τον διάβολον, κάνουμε πολύ καλά. Διότι το ακάθαρτο πνεύμα μόνον στους εμπαθείς ανθρώπους ασκεί αποτελεσματικά την επίδρασή του. Ενώ τους απαθείς προσπαθεί να τους επηρεάσει από μακριά.



* Ο νέος άνθρωπος είναι αδύνατο να μην ταράσσε­ται από σαρκικούς λογισμούς. Πρέπει γι' αυτό να προσεύχεται επίμονα στον Θεό, για να σβήσει εγκαί­ρως την σπίθα των αισχρών επιθυμιών μόλις εμφανισθεί. Τότε δεν θα δυναμώσει ποτέ η φλόγα.



* Πρέπει πάντοτε να υπομένουμε όλα χάριν του Θεού, ευχαρίστως. Η ζωή μας είναι μια στιγμή συγ­κριτικά με την αιωνιότητα, και γι' αυτό: «Ουκ άξια, κατά τον Απόστολον, τα παθήματα του νυν καιρού προς την μέλλουσαν δόξαν αποκαλυφθήναι εις ημάς» (Ρωμ. η', 18).



* Ας αγαπήσουμε την ταπεινοφροσύνη για να δού­με την δόξα του Θεού, διότι όπου στάζει η ταπεινο­φροσύνη εκεί αναβλύζει η δόξα του Θεού.



* Χωρίς το φως όλα είναι σκοτεινά και χωρίς την ταπεινοφροσύνη τίποτε δεν υπάρχει μέσα στον άν­θρωπο, παρά μόνο ένα σκοτάδι.



* Όπως το κερί αν δεν θερμανθεί και μαλακώσει, δεν μπορεί να δεχθεί επάνω του την σφραγίδα, έτσι και η ψυχή, χωρίς να δοκιμασθεί με τους κόπους και τις ασθένειες δεν μπορεί να λάβει επάνω της την σφραγίδα της αρετής.



* Στους πλησίον μας πρέπει να φερόμεθα με λε­πτότητα, χωρίς ούτε με το βλέμμα μας να τους προσ­βάλλουμε.



* Το πνεύμα του συγχυσμένου και θλιμμένου άνθρω­που φρόντισε να το ενθαρρύνεις με λόγια αγάπης.



* Για την αδικία που σου προξενούν οι άλλοι, όποια κι' αν είναι αυτή, δεν πρέπει να εκδικείσαι, αλλά αν­τίθετα να συγχωρείς από τα βάθη της καρδιάς σου εκείνον που σε αδίκησε.



* Δεν πρέπει να τρέφεις στην καρδιά σου μίσος και αντιπάθεια κατά του πλησίον, που σε εχθρεύεται. Αλ­λά να τον αγαπάς και να του κάνεις όσο μπορείς καλό, ακολουθώντας την εντολή του Χριστού: «Αγαπάτε τους εχθρούς υμών, καλώς ποιείτε τοις μισούσιν υ­μάς» (Ματθ. ε', 44).



* Η θύρα της μετανοίας είναι για όλους ανοικτή και είναι άγνωστο ποιος θα πρωτομπεί σ' αυτή, εσύ που κατακρίνεις τον άλλον ή αυτός που κατακρίνε­ται από σένα.



* Κατάκρινε πάντοτε τον εαυτόν σου και θα παύσεις να κατακρίνεις τους άλλους.



* Μπορείς να κατακρίνεις μια πράξη κακή, ποτέ όμως εκείνον που την έπραξε.



* Όταν εγκαταλειφθεί ο άνθρωπος από τον Θεό, τότε ο διάβολος είναι έτοιμος να τον αφανίσει, όπως αφανίζει η μυλόπετρα το σπόρο του σταριού.



* Η περιττή μέριμνα για τα βιοτικά πράγματα είναι γνώρισμα άνθρωπου άπιστου και μικρόψυχου. Και εί­ναι συμφορά εάν εμείς φροντίζοντας οι ίδιοι για τον εαυτό μας δεν στηριζόμαστε στον Θεό, που προνοεί για μας!



* Είναι καλύτερο για μας να περιφρονούμε όσα δεν είναι δικά μας, δηλαδή τα πρόσκαιρα και τα παροδικά, και να ζητούμε τα δικά μας, δηλαδή τα άφθαρτα και τα αιώνια.



* Η θλίψις είναι το σκουλήκι της καρδιάς, που κα­τατρώγει την μητέρα που το γέννησε.



* Όποιος ενίκησε τα πάθη αυτός ενίκησε και την θλίψη. Όποιος νικιέται από τα πάθη δεν θα αποφύγει τα δεσμά της θλίψεως. Όπως ο άρρωστος φαίνεται από το χρώμα του προσώπου του, έτσι ο εμπαθής από την κατάθλιψη.



* Ο Κύριος φροντίζει για την σωτηρία μας. Ο ανθρωποκτόνος όμως διάβολος προσπαθεί να μας οδηγήσει στην απελπισία.



* Δεν πρέπει να κλονιζόμαστε στην πνευματική ζωή από καμιά εχθρική δύναμη. Αντίθετα να στηριζό­μαστε στα λόγια του Θεού: «Τον δε φόβον αυτών ου μη φοβηθώμεν, ουδ' ου μη ταραχθώμεν, ότι μεθ' η­μών ο Θεός. Κύριον τον Θεόν ημών αυτόν αγιάσωμεν και Αυτός έσται ημίν φόβος» (πρβλ. Ήσ. η', 12-13).



ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ

ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ

ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ 2000